Ο πιθανός θάνατος του Δ. Κουφοντίνα και «ο χορός των καταραμένων»
Γράφει ο Τάκης Κατσαρός
Μια δημοκρατία που αντιμετωπίζει ως εκβιαστή της και με ανεπιείκεια έναν εξουδετερωμένο κοινωνικά και εξοντωμένο σωματικά, εχθρό της, είναι ήδη βαθιά άρρωστη και εξαντλημένη. Αποτυγχάνει να τηρήσει το κοινωνικό συμβόλαιο και τον δημοκρατικό δεσμό και καταφεύγει στην ωμή βία, στον γυμνό αυταρχισμό και στον αγριανθρωπισμό.
Στηρίζεται όλο και περισσότερο στη “σιδερένια φτέρνα” των κατασταλτικών μηχανισμών του κράτους και ολισθαίνει σε απολυταρχικές – αντιδημοκρατικές μορφές διακυβέρνησης. Εγκαθιδρύει καθεστώς έκτακτης ανάγκης, υποκλέπτοντας για άγνωστο χρόνο υπερεξουσίες και δικαιώματα που τής παραχώρησαν οι πολίτες στο όνομα μιας έκτακτης συνθήκης (πανδημία).
Μεταρρυθμίζει “αλλιώς” το πεδίο του πολιτικού ανταγωνισμού, επιδιώκοντας μια ολοκληρωτική αυταρχική στροφή και την ολική επαναφορά, καθεστωτικών ρυθμίσεων άλλων εποχών, που, είχαν ως κύριο στόχο να απωθήσουν τον λαϊκό παράγοντα από τις πολιτικές εξελίξεις.
Το μήνυμα είναι σαφές και κρυστάλλινο: “Ξεχάστε αυτά που ξέρατε. Δεν θα επιτρέψουμε να ξανασυμβούν”.
Η κωδική ονομασία αυτής της αυταρχικής ανασύνταξης του αστισμού, είναι “Μεταπολίτευση τέλος”. Το σύστημα, σταματά πλέον να απορροφά κοινωνικούς κραδασμούς και να διαλέγεται με πολιτικά αιτήματα και διαδικασίες, που είναι αποτυπωμένες στο θεσμικό οικοδόμημα της Γ’ Ελληνικής Δημοκρατίας. Ένα οικοδόμημα που κλονίστηκε συθέμελα από τα χτυπήματα και τη βία της μνημονιακής περιόδου, βρήκε, όμως, μια νέα, ασταθή έστω, ισορροπία την περίοδο διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά, τώρα βοηθούσης της πανδημικής κρίσης, γίνεται ξανά το πεδίο νέων αντιδημοκρατικών πειραματισμών.
Η υπόθεση Κουφοντίνα εμπεριέχει μια δραματική αντιστροφή, που η πλευρά της κυβέρνησης, όχι μόνο δεν αμφισβητεί, αλλά, αντίθετα δείχνει να θέλει να την προβάλει και να την επιβεβαιώσει.
Η αντιστροφή είναι ότι ο Κουφοντίνας (ναι, ναι, “ο φονιάς”, “ο φαρμακοχέρης”, “ο ψυχρός εκτελεστής”, ο πολυισοβίτης-αλίμονο!) εμφανίζεται και, μα την αλήθεια είναι, ο παράταιρος και παράδοξος υπερασπιστής της νομιμότητας, ακόμη κι αυτής που στρέφεται φωτογραφικά και εκδικητικα εναντίον του.
Ενώ, το κράτος είναι ο ακραία κσι αδιάλλακτα παρανομών.
Πλήρης αντιστροφή των ρόλων!
Ο Δ. Κουφοντίνας, στη συγκεκριμένη περίπτωση, εκμεταλλεύεται την Κερκόπορτα που αφήνει ορθάνοιχτη η άφρων και παραμορφωτική δράση της κυβέρνησης εναντίον της ίδιας της νομιμότητας και της Δημοκρατίας και εισβάλει ως υπερασπιστής τους, στο πεδίο των δικαιωμάτων που η ίδια η Δημοκρατία αφήνει έκθετα και ανυπεράσπιστα.
Τα οικειοποιείται απολύτως και με μια έξοχη κίνηση υψηλού συμβολισμού “Απεργία πείνας, μέχρι θανάτου”, προκαλεί τη συντεταγμένη Πολιτεία, να αναμετρηθεί μαζί του στο προνομιακό γι’ αυτόν πεδίο της δολοφονικής θανατολαγνείας.
Στο οποίο, όχι μόνο έχει θητεύσει, αλλά, ακόμη κι αν τελικά πεθάνει, θα έχει επιβεβαιώσει την πολιτική ατζέντα της 17Ν και το δικό του απεχθές και αποκρουστικό κοσμοείδωλο. Θα έχει κατασκευάσει τη “μήτρα” που φαντασιώνεται πως θα γεννήσει την επόμενη γενιά τρομοκρατών για να πάρουν το αίμα του πίσω.
Ποιο είναι το άρθρο πίστης των φίλων της τρομοκρατίας, των “Νετσάγεφ” και των “Κάρλος” όλων των ιστορικών περιόδων ;
Ότι , η δημοκρατική μορφή της αστικής εξουσίας, δεν είναι τίποτα άλλο από μια ακόμη μεταμφίεση της εξουσίας των κυρίαρχων τάξεων, ότι το δημοκρατικό παιχνίδι είναι φενάκη κι ότι και η Δημοκρατία μπορεί, παρά τις διακηρύξεις της, όχι μόνον να παρανομεί ανοιχτά, αλλά και να μετασχηματίζεται στο αντίθετό της. Ότι μπορεί να στρέφεται εναντίον του Κράτους Δικαίου και, ιδού, στο έσχατο κατάντημά της, σήμερα στην Ελλάδα, δεν διστάζει να προκαλεί τον πρώτο θάνατο ενός απεργού πείνας επί ευρωπαϊκού εδάφους μετά από σχεδόν μισό αιώνα.
Πιο ανέλπιστο δώρο στους εχθρούς της Δημοκρατίας δεν θα μπορούσαν να κάνουν ο κ. Μητσοτάκης και η κυβέρνησή του. Να συναγωνίζονται, δηλαδή, με τον Κουφοντίνα ποιος δολοφονεί “καλύτερα”. Η ανάπηρη Δημοκρατία, η μονόφθαλμη Δικαιοσύνη και ο “φαρμακοχέρης”, ίσα κι όμοια.
Πολύ ωραία αναμέτρηση! Βγαλμένη από τις βουτηγμένες στον αυταρχισμό παραδόσεις της ελληνικής Δεξιάς που νομίζαμε ότι είχαν οριστικά πεταχτεί στον σκουπιδοτενεκέ της Ιστορίας, αλλά και από τις αιματοβαμμένες προκηρύξεις των αυτόκλητων τιμωρών και δολοφόνων της 17Ν.
Το κράτος, που σωστά, αναζητεί συμβιβασμούς και μέση οδό π.χ. στην εξωτερική πολιτική και στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, αναμετράται, ως συνοικιακός “μπράβος” με έναν στυγνό δολοφόνο. Ανοίγει, νομίζοντας ότι κλείνει, λογαριασμούς και βεντέτα, με έναν καταδικασμένο και απαξιωμένο κοινωνικά και πολιτικά χώρο, που νόμιζε ότι θα επιβάλλει με τα “κουμπούρια” και τις βόμβες τα πιστεύω του.
Δίνοντάς του, έτσι, το φιλί της ζωής, με τον προσχεδιασμένο θάνατο του Κουφοντίνα και το επιχείρημα, ότι και η Δημοκρατία δολοφονεί. Αυτό που αποφεύχθηκε, δηλαδή, με την άψογη διεξαγωγή της δίκης της Χρυσής Αυγής, όπου κι εκεί παίχθηκε από την υπεράσπιση των ναζί αυτό το παιχνίδι.
Αυτή η αντιστροφή των ρόλων, αποτελεί αυτή τη στιγμή τακτική νίκη για τον Κουφοντίνα και έναν αμετανόητο κύκλο πιστών οπαδών του. Ανάμεσά τους, τα καθάρματα που σκυλεύουν ακόμη και νεκρό τον Παύλο Μπακογιάννη.
Η νίκη αυτή θα αποκτήσει στρατηγικό βάθος, αν ο Κουφοντίνας χάσει τη ζωή του. Ο θάνατός του και μάλιστα εν δικαίω, θα διευκολύνει να στηθούν προγεφυρώματα νέων απειλών και αντιδημοκρατικών εκτροπών στο ταλαιπωρημένο και εξασθενημένο σώμα της Δημοκρατίας μας. Θα ξεπηδήσουν νέα άνθη του κακού και σπόροι τρομοκρατικών απειλών και αντιδημοκρατικών εκτροπών. Έξω και εναντίον του, αλλά και μέσα στο κράτος.
Κι εδώ, ερχόμαστε στην επιδίωξη της κυβέρνησης όχι μόνο να παρανομεί ανοιχτά, αλλά να το διατρανώνει κι από πάνω. Γιατί, άραγε, το κάνει αυτό ο κ. Μητσοτάκης, λειτουργώντας, σε μια πρώτη ανάγνωση ως “χρήσιμος ηλίθιος” και αβανταδόρος πολιτικών ανωμαλιών;
Το κάνει γιατί, με αυτή τη συμβολική ενέργεια και άλλες που υπονομεύουν το δημοκρατικό μεταπολιτευτικό κεκτημένο, εμφανίζεται ως πολιτικός ανακαινιστής. Αναμορφώνει τη συντηρητική παράταξη. Απαλλάσσει τη Δεξιά από ασφαλιστικές δικλείδες και συμβιβασμούς, την απενεχοποιεί από ενοχές, την επανασυνδέει και τη συμφιλιώνει με το προχουντικό της παρελθόν, τη μεταμορφώνει σε μια μηχανή διψασμένη για μακρόχρονη εξουσία και ιδεολογικό – πολιτικό ρεβανσισμό.
Το κοινωνικό και οικονομικό του πρόγραμμα, δεν χωράει στο στενό κοστούμι των μεταπολιτευτικών ισορροπιών. Αυτές πρέπει να ανατραπούν για να μείνει ανεμπόδιστος ο δρόμος προς την ασύδοτη κερδοσκοπία του νεοφιλελευθερισμού και την επιθετική αναγέννηση των νεοσυντηρητικών ιδεών.
Ξέρει πολύ καλά ότι αλλαγές τέτοιας κλίμακας θα προσκρούσουν αργά ή γρήγορα σε ανάλογες αντιδράσεις. Για αυτές προετοιμάζεται, σκληραίνοντας σε όλα τα πεδία την πολιτική του. Από τη σκοπιά αυτή ο θάνατος του Κουφοντίνα, αδιανόητος για κάθε πολιτική δύναμη που αντλεί τη νομιμότητας της από την δημοκρατική τομή του 1974 και ομνύει στη Μεταπολίτευση, φτιάχνει για τη νέα επιθετική και ρεβανσιστική Αlt Right, τη νέα της αφετηρία, γίνεται ” ο γενέθλιος χώρος της” και ο μακάβριος «ιδρυτικός της μύθος».
Όχι, λοιπόν, ούτε ο Κουφοντίνας ούτε ο κ. Μητσοτάκης είναι “χρήσιμοι ηλίθιοι” ο ένας για τον άλλον. Είναι πολύ συνειδητές και άκρως πολιτικές οι επιδιώξεις τους. Χορεύουν, ως αταίριαστο (;) ζευγάρι τον σαλεμένο χορό τους, επιδιώκοντας την όξυνση, την ένταση και τον διχασμό.
Ο ένας, ως γκροτέσκα αναβίωση της τρομοκρατικής δράσης άλλων εποχών, επιδιώκοντας την ιστορική και ατομική του δικαίωση. Ο άλλος, με την αυταπάτη μιας ιδεολογικής και πολιτικής ηγεμονίας του αστισμού, θεμελιωμένης πάνω στο “κουφάρι” ενός μισητού νεκρού τρομοκράτη. Επιδιώκουν και επενδύουν και οι δύο στο ψυχορράγημα της Γ΄ Ελληνικής Δημοκρατίας.
Μοιάζει σαν ο κ. Μητσοτάκης να εφηύρε τον Κουφοντίνα και το ανάποδο.
Είναι ώρα ευθύνης για τις δυνάμεις της Δημοκρατίας και της αδιάλλακτης υπεράσπισης της Μεταπολίτευσης, ως συνεχούς παροντικού “συμβάντος”. Η μονομερής αποδέσμευση της νέας Δεξιάς από το συμβόλαιο της Μεταπολίτευσης, γεννά την ανάγκη η Αριστερά, ο ΣΥΡΙΖΑ και οι υπόλοιπες δυνάμεις του δημοκρατικού τόξου να συνεννοηθούν και να καλύψουν το στρατηγικό κενό.
Η λύση στα προβλήματα του τόπου δεν βρίσκεται στη θανατολάγνα δραματική και δολοφονική αναμέτρηση που στήνει από τη μια μεριά το πιο αποκρουστικό κομμάτι της τρομοκρατίας κι από την άλλη μια διψασμένη για εξουσία, ρεβανσισμό και ιστορικό αναθεωρητισμό νεοδεξιά με έντονα πλέον τραμπικά και ακροδεξιά χαρακτηριστικά.
Σε αυτό “το χορό των καταραμένων” δεν πρέπει να εγκλωβιστούμε άλλο. Ας διαλέξουμε το μόνο πεδίο που ανθίζουν η Δημοκρατία, το κράτος Δικαίου και οι πανανθρωπινες αξίες του Διαφωτισμού. Την νομιμότητα. Κι ας ζητήσουμε ακόμη πιο εμφατικά από την κυβέρνηση να εφαρμόσει το Νόμο και να σώσει τη ζωή του Κουφοντίνα, διατάσσοντας τη μεταφορά του από τη Λαμία στον Κορυδαλλό, όταν και αν αποκατασταθεί η υγεία του. Να αφοπλίσει, έτσι, τον τελευταίο πυροκροτητή του αδιάλλακτου και αμετανόητου δολοφόνου, τον ίδιο το θάνατό του.
Σε κάθε άλλη περίπτωση η έμμεση συναλλαγή της με την τρομοκρατία και το «πάρε δώσε» με το δολοφονικό ένστικτο του Κουφοντίνα και των υποστηρικτών της δράσης του, με ” έπαθλα” την όξυνση, την ένταση, την αυταρχική στροφή και την άγρια καταστολή, θα καταγραφούν στην Ιστορία, ως ευθεία και εν ψυχρώ βολή της ΝΔ, εναντίον της Δημοκρατίας.
ΥΓ: Επειδή, σε κάθε πολιτική συλλογιστική, εμφιλοχωρεί ο παράγων του “λάθους”, θα πρέπει να απευθύνεται και στην πλευρά Κουφοντίνα, έκκληση, να σταματήσει την απεργία πείνας, παρ’ ό, τι στο “γράμμα” της διεκδίκησης του έχει απόλυτο δίκιο. Κατά πάσα πιθανότητα δεν θα το κάνει. Γιατί, θα κατέρρεε όλη η πολιτική στρατηγική του. Ας, μη γελιόμαστε. Υπάρχει κι από αυτή την πλευρά σαφής πολιτική επιδίωξη. Γιατί, άνθρωποι σαν κι αυτόν και τον κύκλο των οπαδών του, δεν μπορούν να συμβιβαστούν με τη “μικρή νίκη” στο ηθικό πεδίο μέχρι στιγμής, που η κινητοποίηση όλων μας του εξασφάλισε, εντοπισμένη αποκλειστικά και μόνο στα δικαιώματά του ως φυλακισμένος.
Αυτά, για την ιδεοληψία και τον φανατισμό ορισμένων είναι λεγκαλιστικές αυταπάτες και “ψιλά γράμματα”. Ζητούμενο εκ μέρους τους είναι η πλήρης επικράτηση μιας σιδερένιας ιστορικής νομοτέλειας που οι ίδιοι πρεσβεύουν επί της “ψευδούς συνείδησης” ημών των υπολοίπων. Ο θάνατός του Δ. Κουφοντίνα, για τον οποίο ήδη μια ολόκληρη κοινωνία αισθάνεται μια ανυπόφορη οδύνη, θα είναι, όπως όλα δείχνουν, η τελευταία σφαίρα του.