Σαν σήμερα γεννήθηκε ο «Γέρος του Μοριά»
Στις 3 Απριλίου του 1770 γεννήθηκε ο ηγέτης της Ελληνικής Επανάστασης, Θεόδωρος Κολοκοτρώνης (έφυγε από τη ζωή 4- Φεβ-1843), μια μεγάλη ηγετική προσωπικότητα της Ελληνικής Επανάστασης με έντονη πολεμική και πολιτική δράση σε όλη τη διάρκεια του Αγώνα.
Εξέχων ηγέτης, συνδύαζε το στρατιωτικό ταλέντο και την προσωπική γενναιότητα με την επαγγελματική πείρα.
Με αρχηγό τον Κολοκοτρώνη οι επαναστάτες κατέλαβαν την Τρίπολη στις 26 Σεπτέμβρη του 1821 και συνέτριψαν την τουρκική στρατιά του Δράμαλη το καλοκαίρι του 1822.
Από το 1825 ως το 1827, ως αρχιστράτηγος των ελληνικών δυνάμεων της Πελοποννήσου, χρησιμοποίησε με επιτυχία την τακτική του κλεφτοπόλεμου κατά των αριθμητικά ανώτερων δυνάμεων του Ιμπραήμ. Με τον ερχομό του Καποδίστρια, ο Κολοκοτρώνης στάθηκε στο πλευρό του.
Για τις δημοκρατικές, αντιμοναρχικές του ιδέες καταδικάστηκε σε θάνατο από τη βαυαρική αντιβασιλεία, με την κατηγορία της εσχάτης προδοσίας. Λίγοι εθνικοί ήρωες αξιώθηκαν τόσης πανεθνικής ευγνωμοσύνης όσο ο Κολοκοτρώνης και στα τελευταία χρόνια της ζωής του και μετά το θάνατό του.
Στη λαϊκή μνήμη έχει μείνει ως ο πραγματικός αρχιστράτηγος της Επανάστασης και συνάμα ένας αληθινός λαϊκός ηγέτης, βγαλμένος μέσα από τα σπλάχνα του λαού.
Παραθέτουμε επιστολή του «Γέρου του Μωριά» που με μοναδικό τρόπο παρουσιάζει τα καθήκοντα των προκρίτων στα πρώτα χρόνια της Επανάστασης, αλλά και τα σκληρά μέτρα πειθαρχίας που πρότεινε.
Ας μην ξεχνάμε άλλωστε τα φοβερά τα λόγια του Θ.Κολοκοτρώνη, όταν τα ’βαζε με τους κοτζαμπάσηδες της Πελοποννήσου: «Φωτιά και τσεκούρι στους προσκυνημένους!»
«Φιλογενεστάτοι έφοροι, πρόκριτοι και λοιποί κάτοικοι των βουνών της επαρχίας Καρύταινας σας ασπάζομαι πατριωτικώς.
Η μεγαλοτάτη ανάγκη όπου η πατρίς έχει διά να απαντηθουν οι προφανώς πανταχόθεν επαπειλούμενοι κίνδυνοι εις όλους γνωστοί και με ένα λόγον η σωτηρία της αποδίδεται όλη εις το στρατιωτικόν μας. Με την ακασταστασίαν, όπου έως τώρα τρέχει, είναι αδύνατον να ευδοκιμήση και ο Θεός μην το δώση, αν μας επισυμβή κανέν κακόν αιφνίδιον, είναι αδύνατον να το απαντήσωμεν, διότι από τας ακατασατσίας εκατντήσαμεν εις το ανοικονόμητον. Αφήνω τις άλλες καταχρήσεις και την λιποταξίαν. Αφήνω τας δυσκολίας και τας αργοπορίας και τα εκ τούθτων κακά. Διά να λείψουν οπωσούν αυτά και διά να γίνη κάποια σύστασις, έγινεν απόφασις γενική της πατρίδος να οργανισθή το στρατιωτικόν. Ερριψε η σ. Γερουσία αναλογίαν των στρταιωτικών εις όλας τας επαρχίας διά στρατιώτας 15.500 και αναλόγισαν εις την επαρχίαν μας στρατιώται χίλιοι τετρακόσιοι, αριθ. 1.400, και οι πρόκριτοι των επαρχιωτών μας συναχθέντες εδώ, ερρίξαμεν και την αναλογίαν εις τα χωρία όλης της επαρχίας μας κατά τον κατάλογον όπου βλέπετε υποκάτω γραμμένον, πόσοι τυχαίνουν εις το κάθε χωρίον. Ευθύς λοιπόν, λαβόντες το γράμμα μου τούτο, όλα τα χωριά να εκλέξητε τους πλέον καλούς και αξίους όλους εις ηλικίαν από είκοσι χρονών, έως πενήντα και να τους κάμετε κατάλογον, γράφοντες τους το κάθε χωρίον με το όνομα και με το παράνομά των και να τους αποφασίστε διά εξ μήνας μην ημπορούν να γυρίσουν ή να φύγουν. Δια δε μισθόν να τους πληρώνετε τον κάθε στρταιώτην γρόσια είκοσι δυόμισυ τον κάθε μήνα εμπρός δίδοντες τα εις τας φαμελίας των. Αυτούς δε τους μισθούς θέλει να πληρώσουν όλοι οι λοιποί, όσοι μένουν οπίσω οι άνδρες γραφόμενοι όλοι από δεκαπέντε χρονών έως εξήντα.
Εχουν ακόμη εν προνόμιον οι στρταιώται, ότι τα οσπήτια των ειρημένων όπου οπίσω δεν μένει άνδρας να ήναι απείραγα από κονάκι, αγκάρια και από κάθε άλλο δόσιμον του χωριού. Οι δε λοιποί, εις όσων τα οσπήτια μένουν οπίσω άνδρες θέλουν πληρώσουν ως και οι λοιποί άνωθεν. Ολοι δε θεωρούνται ίσια και πτωχοί και πλούσιοι. Οι δε πλούσιοι πληρώνουν έρανον ανάλογον με την κατάστασίν τους όταν διορισθή και τότε έρχονται ίσα με τους πτωχούς. Οσοι δε από τους γεγραμμένους δεν θέλουν θεληματικώς να ακολουθήσουν, βιάζονται με κάθε αυστηρόν και σκληρόν τρόπον, και όταν αποφεύγουν, τους καίουν τα οσπήτια και τα πράγματα γίνονται δημόσια, δια να τρώγουν τα στρατόπεδα. Και αν κανένα χωρίον στείλη αναξίους του στέλω οπίσω και πληρώνει διπλούς τους λουφέδες. Από εκείνους δε οπού ακολουθήσουν , αν κανένας φύγη χωρίς άδειαν από το στρατόπεδον, θέλω πιάνει. Και αν έφυγε με ευλοφανή αιτίαν τινά και γυρίση ευθύς πίσω , χάνει τον λουφέ του μηνός εκείνου και τον πληρώνει εις το κοινόν. Αν δε αποφύγη, του καίουν το οσπήτιον, τα πραγματά του γίνονται δημόσια εις το κοινόν της πατρίδος και ο ίδιος κατατρέχεται.
Αυτά όλα διά να ενεργηθούν και να φυλάττωνται ακριβώς κατά το παρόν πρέπει να τα ενεργήσετε οι έφοροι και οι πρόκριτοι των χωρίων. Ακολούθως δε θέλει φροντίσω να διορίσω ένα στρατιωτικόν ενεργόν διά να έχη την φροντίδα δι΄ όλα αυτά, να υπερασπίζηται και οσπήτια των στρατιωτών κατά τον κατάλογον και να επιστατή διά τους λουφέδες των, δια τους φυγάδας και διά κάθε το στρατιωτικόν. Τώρα λοιπόν να φροντίσητε όλα τα χωριά να οργανώσητε τους στρατιώτας σας κατά τον άνωθε τρόπον, και να τους στείλετε εις τι στρατόπεδον , όπου είναι και οι αρχηγοί των, αποφασισμένους να μείνουν διά εξ’ μήνας, γράφοντες και εις εμέ, στέλνοντας μου και τον ονομαστικόν κατάλογον. Οι δε καπεταναίοι και λοιποί αξιωματικοί, συστάσει των αρχηγών θέλει γνωρισθούν, οι οποίοι θέλουν είσθαι και παντοτεινοί από δέκαρχον και εμπρός. Εις την δευτέραν δε εξαμηνίαν γίνεται Δευτέρα σκέψις διά την αλλαγήν. Προσμένω να ιδώ την εκτέλεσιν αυτής.
Ας τα προφθάσουν όσον τάχος, επειδή η πατρίς ευρίσκεται εις μεγάλον κίνδυνον, καθώς το ηξεύρετε. Και όταν ενεργηθούν αυτά με προθυμίαν, ταχύητα και πατριωτισμόν, είναι ελπίς, να γλυτώσωμεν από τους κινδύνους και να σώσωμεν τον εαυτόν μας και την πατρίδα. Ακαρτερώ γράμμα σας περί τούτων γλήγορα και να ιδώ τον ζήλον του κάθε χωριού. Υγιαίνετε».
Τη 29η 7βρίου 1822
εκ Τριπολιτζάς
Ο αρχιστράτηγος της Πελοποννήσου
Θεόδωρος Κολκοτρώνης