Η σφαγή του Λάτιμερ
Η σφαγή του Λάτιμερ: Ένα έγκλημα – σταθμός για την ιστορία του εργατικού κινήματος των ΗΠΑ
Η δολοφονία 19 άοπλων απεργών ανθρακωρύχων στα ορυχεία του Κάλβιν Παρντί στο Λάτιμερ, κοντά στο Χάζλετον της Πενσυλβάνια, συνέβη στις 10 Σεπτέμβρη του 1897, πριν από 123 χρόνια.
Το ιστορικό πλαίσιο
Στα τέλη του 19ου αιώνα, οι οικονομίες των χωρών της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης περνούσαν μεγάλη κρίση.Ο ευρωπαϊκός αγροτικός πληθυσμός αυξανόταν ταχύτερα από όσο μπορούσε να απορροφήσει ο γεωργικός και ο βιομηχανικός τομέας, που βρισκόταν μάλιστα και σε ύφεση. Η εκβιομηχάνιση διατάραξε τόσο την αγροτική όσο και τη βιοτεχνική υπαίθρια οικονομία και υπήρξε αυξανόμενος ανταγωνισμός μεταξύ των ντόπιων και των ξένων παραγωγών αγροτικών προϊόντων.
Αυτοί οι παράγοντες οδήγησαν σε αύξηση της ανεργίας με το μεγαλύτερο ποσοστό να εξαναγκάζεται σε μαζική μετανάστευση στις ΗΠΑ, για να επιζήσει.Στην πλειοψηφία τους οι νέοι μετανάστες, εργάστηκαν στην εξόρυξη άνθρακα, όπου ήταν μεταξύ των πλέον εκμεταλλευόμενων από όλους τους εργαζόμενους στα ορυχεία.
Τα μέτρα ασφαλείας στα ανθρακωρυχεία ήταν ανύπαρκτα, με αποτέλεσμα τα θανατηφόρα εργατικά δυστυχήματα να αποτελούν καθημερινό φαινόμενο.Οι ανθρακωρύχοι απαιτώντας καλύτερες συνθήκες οργανώθηκαν στο σωματείο τους την «Ένωση Εργατών Ορυχείων» και κατέβηκαν σε απεργίες.
Έτσι το 1875 και το 1887, χρονιές όπου οργανώθηκαν οι μεγάλες απεργίες στη βορειοανατολική Πενσυλβανία, κυρίως από τους αγγλόφωνους ανθρακωρύχους, η εργοδοσία χρησιμοποίησε τους νεοεισερχόμενους μετανάστες ως απεργοσπαστικό μηχανισμό. Αυτό ενέτεινε την εχθρότητα με τους ντόπιους ανθρακωρύχους.
Τα γεγονότα και η απεργία
Τον Αύγουστο του 1897, ο κλάδος Honey Brook της εταιρείας ορυχείων Lehigh και Wilkes-Barre Coal Company απέλυσε αρκετούς εργαζόμενους, ενώ μείωσε και την αμοιβή των υπολοίπων ανθρακωρύχων αυξάνοντας ταυτόχρονα τα ενοίκια για όσους διέμεναν στις πόλεις της περιοχής.Οι συνομιλίες μεταξύ εργαζομένων και εργοδοσίας δεν απέδωσαν κι έτσι οι 25 από τους 35 οδηγούς μουλαριών (όλοι τους έφηβοι) ξεκίνησαν απεργία, στις 14 Αυγούστου 1897.
Μια διαμάχη μεταξύ ενός επιβλέποντος και κάποιων οδηγών οδήγησε σε νέες προστριβές και η απεργία επεκτάθηκε.Δύο μέρες μετά στην απεργία έπαιρναν μέρος σχεδόν 2.000 εργαζόμενοι.Αυτό οδήγησε στο να οργανωθούν στην «Ένωση Εργατών Ορυχείων» σχεδόν όλοι οι εργαζόμενοι των ορυχείων.
Στις 18 Αυγούστου σχεδόν όλα τα ορυχεία στην περιοχή είχαν κλείσει εξαιτίας της απεργίας.
Ο Τζον Μίτσελ
Τις κινητοποιήσεις των ανθρακωρύχων συντόνιζε ο ιρλανδός ακτιβιστής Τζον Μίτσελ (1870-1919), μία από τις σημαντικές προσωπικότητες του αμερικανικού συνδικαλιστικού κινήματος.Ο αρχικός στόχος του Μίτσελ ήταν να αποσπάσει τους σλαβόφωνους και γερμανόφωνους μετανάστες ανθρακωρύχους από την επιρροή της εργοδοσίας και να τους εντάξει ομαλά στο σωματείο, όπου κυριαρχούσαν οι βρετανικής καταγωγής εργάτες.Το πρώτο κύμα της απεργίας έληξε στις 23 Αυγούστου, αφού η εταιρεία συμφώνησε:
- Να πληρώσει τις υπερωρίες,
- Να αυξήσει τον μέσο όρο των μισθών,
- Να επιτρέψει στους ανθρακωρύχους να βλέπουν τους δικούς τους γιατρούς όταν τραυματίζονται,
- Να πάψει να πιέζει τους ανθρακωρύχους να ζουν στις εταιρικές κατοικίες.
Μια δεύτερη απεργία ξεκίνησε στις 25 Αυγούστου όταν οι έφηβοι ανθρακωρύχοι της εταιρίας Van Wickle που ήταν στο κοντινό χωριό Colerain ζήτησαν επίσης αυξήσεις στους μισθούς.Η εταιρία προσπάθησε να χρησιμοποιήσει τους σλάβους μετανάστες ως απεργοσπάστες, όμως αντέδρασαν και πήραν μέρος κι εκείνοι στην απεργία. Η πολιτική του Μίτσελ άρχισε να αποδίδει καρπούς. Η απεργία επεκτάθηκε σε άλλα δύο κοντινά ορυχεία και έτσι γρήγορα η εταιρεία αναγκάστηκε να ικανοποιήσει τα αιτήματα των απεργών, οι οποίοι έληξαν την απεργία τους στις 28 Αυγούστου.
Οι ιδιοκτήτες των ορυχείων συμφώνησαν να αντιμετωπίζουν πιο δίκαια τους μετανάστες εργάτες, αλλά αθέτησαν τις άλλες υποσχέσεις τους. Έτσι ξεκίνησαν νέες απεργίες.
Στις 3 Σεπτέμβρη 3.000 ανθρακωρύχοι βάδισαν προς 4 ορυχεία, τα οποία κι έκλεισαν.Οι μπράβοι και ο ένοπλος ιδιωτικός στρατός των ιδιοκτητών των ορυχείων καθώς κι η Αστυνομία Άνθρακα και Σιδήρου, αποδείχτηκαν πολύ λίγες για να διαλύσουν την απεργία. Έτσι οι εταιρίες κάλεσαν σε βοήθεια τον Σερίφη της κομητείας Λαζέρν, Τζέϊμς Μάρτιν, που ήταν πρώην εργοδηγός ανθρακωρυχείων.
Ο Μάρτιν για να σταματήσει τις διαδηλώσεις και το κλείσιμο περισσότερων ορυχείων δημιούργησε ένα απόσπασμα χωροφυλακής, στρατολογώντας 100 περίπου άγγλους και ιρλανδούς πολίτες.
Στις 8 Σεπτεμβρίου, οι ιδιοκτήτες ορυχείων ζήτησαν από τον σερίφη της κομητείας Schuylkill να συλλάβει τους χιλιάδες ανθρακωρύχους που είχαν συγκεντρωθεί κοντά στο Pottsville και είχαν αναγκάσει ένα ορυχείο να κλείσει, αλλά ο σερίφης αρνήθηκε.
Το πρωϊνό της 10ης του Σεπτέμβρη, μια ομάδα σλαβογερμανών απεργών πορεύθηκε προς το ορυχείο του Κάλβιν Παρντί, κοντά στην πόλη Λάτιμερ, για να παραστεί στα εγκαίνια του τοπικού παρατήματος της «Ένωσης Ανθρακωρύχων».
Στο δρόμο οι απεργοί βρέθηκαν αντιμέτωποι με τους άνδρες του σερίφη Μάρτιν, ο οποίος τους διέταξε να διαλυθούν.
Οι απεργοί, απτόητοι, συνέχισαν την πορεία προς το ορυχείο. Λίγο μετά το μεσημέρι κι ενώ οι διαδηλωτές πλησίαζαν στο ορυχείο Παρντί, ο σερίφης τους διέταξε ξανά να διαλυθούν.
Ένας βοηθός του σερίφη άρπαξε την αμερικάνικη σημαία από τα χέρια ενός διαδηλωτή, γεγονός που προκάλεσε μικροσυμπλοκή.
Τότε το απόσπασμα της χωροφυλακής του σερίφη άρχισε να πυροβολεί κατά του πλήθους. 19 ανθρακωρύχοι σκοτώθηκαν (κάποιες αναφορές μιλούν για 21) και πάνω από 50 οι τραυματίες.
Η κατάσταση είχε πια ξεφύγει. Οργισμένοι απεργοί κατευθύνθηκαν στο σπίτι του επιστάτη ενός ορυχείου, το οποίο λεηλάτησαν.Ο σερίφης Μάρτιν πανικόβλητος ζήτησε επιπλέον τη συνδρομή του Εθνικού Στρατού.Το βράδυ της 10ης Σεπτεμβρίου, 2.500 άνδρες της 3ης Ταξιαρχίας της Εθνικής Φρουράς της Πενσυλβάνιας, υποστηριζόμενοι από βαρύ πυροβολικό, αναπτύχθηκαν στην περιοχή.Οι τοπικοί ηγέτες των σλαβικών κοινοτήτων πραγματοποίησαν συγκέντρωση στις 11 Σεπτέμβρη για να ηρεμήσουν τους διαδηλωτές και για να συγκεντρώσουν χρήματα ώστε οι οικογένειες των θυμάτων να ασκήσουν τη δίωξη του Σερίφη Μάρτιν και των χωροφυλάκων του.
Στις 12 Σεπτέμβρη εξαγριωμένοι ανθρακωρύχοι αναζήτησαν στο σπίτι του τον Γκόρνερ Τζόουνς που ήταν ο επιστάτης της εταιρίας Lehigh και Wilkes-Barre Coal Company, το οποίο θεωρούσαν υπεύθυνο για αυτό που είχε συμβεί.Δεν τα κατάφεραν όμως να το βρουν και ξέσπασαν στο σπίτι του, καταστρέφοντάς το.
Στις 20 Σεπτέμβρη, μια ένοπλη ομάδα σλαβόφωνων γυναικών ανάγκασαν τους 150 περίπου άνδρες και αγόρια να κλείσουν το ορυχείο του Μακαντού, αλλά γρήγορα οπισθοχωρησαν εξαιτίας της άφιξης της Εθνικής Φρουράς.
Η μονάδα πυροβολικού της Φρουράς αποσύρθηκε στις 24 Σεπτεμβρίου και τα υπόλοιπα στρατεύματα στις 29 Σεπτέμβρη, 45 μέρες μετά τις πρώτες απεργίες.
Η δίκη και η αθώωση των δολοφόνων
Ο Σερίφης Μάρτιν και 73 βοηθοί του συνελήφθησαν και πέρασαν από δίκη. Στο δικαστήριο οι κατηγορούμενοι ισχυρίστηκαν πως οι διαδηλωτές αρνούνταν να υπακούσουν στις εντολές διάλυσης κι ότι επιτέθηκαν ενάντια στους χωροφύλακες.
Ο αυτόπτης μάρτυρας John Pusti κατέθεσε τα εξής:
«Ήμουν με τους απεργούς όταν έγινε το γεγονός. Όταν πλησιάσαμε τον Σερίφη, περπάτησε στη μέση του δρόμου και μας είπε να σταματήσουμε. Μερικοί από τους απεργούς προχώρησαν πιο μπροστά και έπειτα άκουσα δύο βολές από τους βοηθούς.
Κανένας από τους απεργούς δεν ήταν οπλισμένος. Με πυροβόλησε στο δεξί χέρι και καθώς άρχισα να τρέχω πυροβολήθηκα στο δεξί πόδι, με την σφαίρα να μπαίνει από πίσω και να βγαίνει από μπρος».
Περαιτέρω ιατρικά στοιχεία έδειξαν ότι σχεδόν όλοι οι απεργούς είχαν πυροβοληθεί πισώπλατα.
Παρ’ όλα αυτά, ο σερίφης και όλοι οι βοηθοί του αθωώθηκαν.
Η Σφαγή του Λάτιμερ, όπως έμεινε στην ιστορία το αιματηρό περιστατικό, υπήρξε σημείο καμπής για το συνδικαλιστικό κίνημα των ανθρακωρύχων στις ΗΠΑ.
Η «Ένωση Εργατών Ορυχείων» γιγαντώθηκε καταγράφοντας περισσότερα από 10.000 νέα μέλη και τα επόμενα χρόνια ήταν σε θέση να επιβάλει τους όρους του στην εργοδοσία.
Οι μισθοί των ανθρακωρύχων αυξήθηκαν σημαντικά και οι συνθήκες εργασίας βελτιώθηκαν θεαματικά.
Το σταυροδρόμι όπου σημειώθηκε η σφαγή του Λάτιμερ παρέμεινε χωρίς σήμανση για 80 χρόνια.
Το 1972, το Ηνωμένο Συμβούλιο Εργασίας της Λαζέρν και των Κομητειών του άνθρακα μαζί με την «Ένωση Εργατών Ορυχείων» έφταιξαν ένα μικρό μνημείο στο χώρο.