Στις 10 Αυγούστου του 1793 ανοίγει επίσημα το Μουσείο του Λούβρου στο Παρίσι

Στις 10 Αυγούστου του 1793 ανοίγει επίσημα το Μουσείο του Λούβρου στο Παρίσι
Ήταν σαν σήμερα, 10 Αυγούστου του έτους 1793, όταν το ιστορικό μουσείο του Λούβρου άνοιξε για πρώτη φορά και επίσημα τις πύλες του για το κοινό. Μέχρι σήμερα, μετά από την πάροδο όλων αυτών των χρόνων, διαθέτει μία από τις πλουσιότερες μουσειακές συλλογές στον κόσμο, μεταξύ των οποίων φημισμένα αγάλματα που συμβολίζουν παγκοσμίως την τέχνη και τον πολιτισμό, όπως τη Μόνα Λίζα, τη Νίκη της Σαμοθράκης και την Αφροδίτη της Μήλου.
Το Μουσείο του Λούβρου (γαλλικά: Musée du Louvre) βρίσκεται στο κέντρο του Παρισιού και εκθέτει 35.000 έργα τέχνης – το 8% των αποκτημάτων του, που υπολογίζονται στα 445.000 κομμάτια.

Το Λούβρο έγινε μουσείο μετά την Γαλλική επανάσταση. Μέχρι τότε ήταν ανάκτορο των βασιλέων της Γαλλίας και πιο πριν απλώς φρούριο. Συγκεκριμένα το κτίριο που σήμερα στεγάζει το μουσείο οικοδομήθηκε σταδιακά στο πέρασμα των αιώνων αλλάζοντας σημαντικά μορφή ανάλογα με τις χρήσεις του.

Αρχικά, το 1190, οικοδομήθηκε εκεί ένα μεγάλο οχυρό από τον βασιλιά Φίλιππο Β΄ Αύγουστο. Άλλαξε πολύ η αρχιτεκτονική και η μορφή του απ’τους διαδόχους προκειμένου να το χρησιμοποιήσουν ως ανάκτορο, καθιστώντας το σημαντικά πολυτελέστερο και πιο καλλιτεχνικό. Παράλληλα, με το πέρασμα των αιώνων, οι βασιλείς της Γαλλίας φρόντιζαν να αποκτούν και διάφορα πολύτιμα αντικείμενα – άλλα ήταν λάφυρα πολέμων και άλλα αγορές ή δωρεές προς αυτούς. Τα αντικείμενα αυτά, στην πλειοψηφία τους ζωγραφικοί πίνακες, αποτέλεσαν σταδιακά τη λεγόμενη “βασιλική συλλογή” που υπήρξε και ο αρχικός πυρήνας του μουσείου όταν αυτό από ανάκτορο μεταβλήθηκε σε κέντρο τέχνης και μουσείο μετά τη γαλλική επανάσταση.

Τα πρώτα έργα σε είδος συλλογής άρχισαν ουσιαστικά να συγκεντρώνονται γύρω στο 1500 από τον Φραγκίσκο Α΄. Ο Φραγκίσκος ήταν εκείνος που απέκτησε (το 1519) τη Τζοκόντα του Λεονάρντο ντα Βίντσι όπως και την «Ωραία Κηπουρό» και την «Αγία Οικογένεια» του Ραφαήλ. Επί Φραγκίσκου αποκτήθηκε η προσωπογραφία του (έργο του Τιτσιάνο) και ο «Ευαγγελισμός» του Φρα Μπαρτολομέο. Ο Φραγκίσκος επίσης επέκτεινε σημαντικά τις πτέρυγες του χώρου για να προβάλλεται πιο λαμπρά η βασιλική συλλογή.

Το 1549 δημιουργήθηκε μια μεγάλη αίθουσα εορτασμών (αλλά που χρησίμευσε αργότερα και ως δικαστήριο) και που είναι σήμερα η «Αίθουσα των Καρυάτιδων» – φιλοξενεί πιστά αντίγραφα των Καρυάτιδων και πολλά πρωτότυπα έργα της αρχαιότητας. Το 1553 ολοκληρώθηκε η αίθουσα που οδηγούσε τότε στον προθάλαμο του βασιλιά και που σήμερα είναι η αίθουσα ετρουσκικών αρχαιοτήτων. Το Λούβρο ξαναπήρε ώθηση το 1600 επί Ερρίκου Δ’, ο οποίος αύξησε τη συλλογή (κυρίως πινάκων ζωγραφικής) και έφτασε αυτή να αριθμεί τότε 200 ξεχωριστά έργα.

Αυτό που σήμερα στο μουσείο ονομάζεται «Στοά του Απόλλωνα» δημιουργήθηκε περίπου το 1602 από την σύζυγο του Ερρίκου Δ΄, τη Μαρία των Μεδίκων, που θέλησε εκεί να διαμορφώσει μια αίθουσα τέχνης με προσωπογραφίες βασιλέων και την ονόμασε «Αίθουσα των Πινάκων». Το 1639 προστέθηκε στο κτίσμα ο «Πύργος του Ρολογιού».

Η «βασιλική συλλογή» αυξήθηκε σημαντικά και επί Λουδοβίκου ΙΓ΄, χάρη όμως μάλλον στον καρδινάλιο Ρισελιέ παρά στον ίδιο. Ο Ρισελιέ είχε αποκτήσει μια μεγάλη προσωπική συλλογή έργων τέχνης και με το θάνατό του το 1642 αυτή πέρασε ως κληροδότημα στον βασιλιά της Γαλλίας και από αυτόν στη βασιλική συλλογή. Ανάμεσα στα έργα που είχε αποκτήσει ο Ρισελιέ και σήμερα ανήκουν στο Λούβρο ήταν και το «Δείπνο στην Εμμαούς», του Βερονέζε. Το 1625 στη βασιλική συλλογή (και σήμερα στου μουσείου του Λούβρου) προστέθηκαν 24 πίνακες του Πέτερ Πάουλ Ρούμπενς με θέμα τη ζωή της Μαρίας των Μεδίκων συζύγου του Ερρίκου Δ΄.

Google+ Linkedin