Η αόρατη αποικιοκρατία ως αιτία φυγής

Η αόρατη αποικιοκρατία ως αιτία φυγής

Του Arnold Schölzel*
Μετάφραση από τα γερμανικά: Άννεκε Ιωαννάτου

Η οικονομική και κοινωνική κατάσταση αφρικανικών χωρών όπως η Μαυριτανία, το Μάλι, η Μπουρκίνα Φάσο, ο Νίγηρας και το Τσαντ δεν έχει αλλάξει σχεδόν καθόλου από την «ανεξαρτησία» τους τη δεκαετία του εξήντα. Ειδικά η οικονομική τους εξάρτηση από τη Γαλλία, την παλαιά και νέα αποικιακή δύναμη, δεν άλλαξε.

Σας φαίνεται υπερβολικό; Μόνο ένα παράδειγμα: σε οκτώ χώρες της περιοχής (Μπενίν, Μπουρκίνα Φάσο, Ακτή Ελεφαντοστού, Γουινέα-Μπισσάου, Μάλι, Νίγηρας, Σενεγάλη και Τόγκο) το κοινό νόμισμα είναι το φράγκο CFA. Αυτό σημαίνει «φράγκο της Οικονομικής Κοινότητας της Αφρικής». Η Γαλλία το εισήγαγε στις αποικίες της το 1945. Τότε το νόμισμα ονομαζόταν απλώς φράγκο «Γαλλικών Αποικιών της Αφρικής». Το 1958 το Παρίσι αντικατέστησε το «Αποικίες» με «Κοινότητα». Στο κοινό νόμισμα έξι γειτονικών κρατών (Ισημερινή Γουινέα, Γκαμπόν, Καμερούν, Δημοκρατία του Κονγκό, Τσαντ και Κεντρική Αφρική) το οποίο λεγόταν επίσης Φράγκο CFA, το «Αποικίες» αντικαταστάθηκε από «Συνεργασία»: το «Φράγκο της οικονομικής Συνεργασίας στην Κεντρική Αφρική».

Και τα δύο νομίσματα συνδέονται με το κοινό ευρωπαϊκό νόμισμα σε συναλλαγματική ισοτιμία 655,957 φράγκων CFA ανά ευρώ. Και εκεί ακριβώς βρίσκεται η ουσία: αυτή η σύζευξη οδηγεί σε υψηλή αποτίμηση του φράγκου CFA. Αυτό σημαίνει ότι οι εξαγωγές από τις χώρες της CFA θα είναι ακριβές, ενώ οι εισαγωγές, ειδικά αυτές από την ΕΕ που επιδοτούνται, θα είναι φθηνές.
Από την ανεξαρτησία τους τα περισσότερα κράτη CFA δεν απόκτησαν ποτέ θετικό ισοζύγιο εξωτερικού εμπορίου. Αντί αυτού συσσώρευσαν χρέη, τα οποία πρέπει να εξοφληθούν με δισεκατομμύρια.

Πρόκειται για μια σχεδόν τέλεια δημοσιονομική μηχανή για να κρατήσει την αφρικανική οικονομία κάτω ή να την καταστρέψει, να αγοράσει μια διεφθαρμένη ανώτερη τάξη στα εν λόγω κράτη, η περιουσία των οποίων συνεχώς φεύγει στο γαλλικό κρυψώνα και τέλος να σπρώξει περισσότερα χρήματα από τις χώρες αυτές προς το Παρίσι απ’ ό, τι έφταναν ποτέ σε αυτές υπό τη μορφή της λεγόμενης αναπτυξιακής βοήθειας. Κι όλα αυτά πάνω από 60 χρόνια τώρα.

Στην Αφρική έχει αυξηθεί η κριτική σ’ αυτά τα πράγματα τα τελευταία χρόνια. Το 2017 έγιναν εκεί, αλλά και στην Ευρώπη, μεγάλες εκδηλώσεις, στις οποίες καταγγέλλονταν «οι διεστραμμένες επιπτώσεις του μετααποικιακού χρήματος». Το αίτημα «Γαλλία, δίνε του!» ακούγεται σήμερα από διάφορες πρωτοβουλίες στη Μπουρκίνα Φάσο, όπως και στις άλλες 13 χώρες CFA, όπου μένουν συνολικά 150 εκατομμύρια κάτοικοι, περίπου. Στις προεδρικές εκλογές των 24 Φεβρουαρίου στη Σενεγάλη ήταν ένα από τα αποτελεσματικά συνθήματα της αντιπολίτευσης.

Στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας δεν ακούγονται και πολλά για αυτό το νομισματικό εργαλείο καταλήστευσης, ούτε για τις αυξανόμενες διαμαρτυρίες. Εν τούτοις, για παράδειγμα η «Deutschlandfunk» μετέδωσε στις 20 Δεκεμβρίου του 2018 μια κατατοπιστική «πληροφορία» για το θέμα αυτό από τον Μπένιαμιν Μοσκοβισί με τον τίτλο «Η Γαλλία και η αόρατη αποικιοκρατία». Ο υπότιτλος ήταν «Στη Δυτική και Κεντρική Αφρική η Γαλλία συνεχίζει την εκμετάλλευση των πρώην αποικιών της, ανάμεσα σε άλλα μέσω ενός νομίσματος, το οποίο παγιώνει τους παλαιούς συσχετισμούς δυνάμεων και μπλοκάρει την οικονομική ανάπτυξη. Οι συνέπειες: φτώχεια, συγκρούσεις και μετανάστευση».

Ο αρθρογράφος για να εξηγήσει τη σημερινή κατάσταση πάει πίσω στο χρόνο μέχρι το 1960, το «αφρικανικό έτος» ανεξαρτησίας, και παραθέτει απόσπασμα από μια επιστολή του τότε Γάλλου υπουργού οικονομικών Μισέλ Ντεμπρέ προς τον ομόλογό του από την Γκαμπόν του Ιουλίου εκείνης της χρονιάς. Στην επιστολή αυτή ο Ντεμπρέ γράφει ανεπιφύλακτα «Σας παραχωρούμε την ανεξαρτησία υπό τον όρο ότι το κράτος μετά την ανεξαρτησία του, θα τηρεί τις συμφωνημένες εμπορικές συνθήκες. Το ένα δεν γίνεται χωρίς το άλλο».

Ο Μοσκοβισί: «Μέχρι σήμερα η Γαλλία εξασφαλίζει με αυτές τις παλαιές συνθήκες, για τον εαυτό της μια προνομιακή πρόσβαση στους πόρους στις πρώην αποικίες. Στην περίπτωση της Γκαμπόν, για παράδειγμα, η συνθήκη αναφέρει «Η Δημοκρατία της Γκαμπόν δεσμεύεται να θέσει στη διάθεση του γαλλικού στρατού στρατηγικές και εξοπλιστικές πρώτες ύλες. Για στρατηγικούς λόγους δεν επιτρέπεται η εξαγωγή αυτών των πρώτων υλών προς άλλα κράτη».

Μέχρι σήμερα η Γαλλία, βάσει τέτοιων συνθηκών, αγοράζει στρατηγικές πρώτες ύλες πολύ κάτω από την τιμή της παγκόσμιας αγοράς: αργό πετρέλαιο, αέριο, ουράνιο, θόριο, βηρύλλιο, λίθιο. Π.χ. από το Νίγηρα το Παρίσι φέρνει το 40% των αναγκών του σε ουράνιο πληρώνοντας το εν τρίτο της κανονικής τιμής, μια εξοικονόμηση δισεκατομμυρίων ευρώ κάθε χρόνο, που δεν αντισταθμίζεται με τίποτα, και καθόλου μάλιστα με την «αναπτυξιακή βοήθεια». Η χώρα, σύμφωνα με τον Μοσκοβισί, είναι μία από τις φτωχότερες του κόσμου και μάλλον το «πιο ακραίο παράδειγμα» για το σύστημα συνθηκών που δημιουργήθηκε εκείνη την εποχή.

Ωστόσο, σύμφωνα με τον αρθρογράφο, ο «πυρήνας της αποικιακής συνέχειας και του οικονομικού ελέγχου» είναι το φράγκο CFA: η Γαλλία τυπώνει τα τραπεζογραμμάτια και κόβει τα νομίσματα. Μόνο αυτή έχει το δικαίωμα ανατίμησης ή υποτίμησης και απαιτεί να κατατίθενται στο Παρίσι τα 50% όλων των νομισματικών αποθεμάτων και των 14 κρατών CFA. Και σε κάθε κεντρική τράπεζα της Δυτικής και Κεντρικής Αφρικής, οι οποίες έπρεπε το 2014 να καταθέσουν πάνω από 14 δισεκατομμύρια ευρώ στο Παρίσι, κάθεται ένας Γάλλος εκπρόσωπος με δικαίωμα βέτο.

Ο Μοσκοβισί παραθέτει τα λόγια ενός ακτιβιστή του αντι-CFA κινήματος: «Δεν λέω ότι το φράγκο CFA είναι η μόνη αιτία της υποανάπτυξης των χωρών μας, αλλά είναι μία από τις κυριότερες. Το φράγκο CFA είναι σύστημα οικονομικής καταστολής».

Και γιατί οι Αφρικανοί πολιτικοί δεν επιμένουν να αλλάξει αυτό; Λέει ο πρώην οικονομολόγος της Παγκόσμιας Τράπεζας, Αμπντουραμάνε Σαρ, στην ίδια εκπομπή: «Η ελίτ επωφελείται από το υπερτιμημένο φράγκο CFA. Αυτοί οι άνθρωποι δεν ενδιαφέρονται να αλλάξει κάτι στο σύστημα το οποίο τους έκανε πλούσιους». Και, τέλος, ο πρώην υπουργός οικονομικών της Ακτής Ελεφαντοστού, Μαμαντού Κουλιμπάλι, ο οποίος το 2000 απέρριψε δημόσια το φράγκο CFA και που ύστερα απολύθηκε με την προσωπική παρέμβαση του τότε Γάλλου προέδρου Ζακ Σιράκ : εφόσον η Ευρώπη στηρίζει την πολιτική της Γαλλίας στη ζώνη CFA, θα πρέπει η Ευρώπη να αναλάβει και τις συνέπειες αυτής της πολιτικής. Τόσο θα πρέπει να ζήσει με τη μαζική μετανάστευση από τα γαλλόφωνα τμήματα της Αφρικής».

Στη μεταναστευτική υστερία της Ομοσπονδιακής Γερμανίας αυτή η αιτία φυγής δεν παίζει ρόλο. Επιπλέον, πολλά στοιχεία υποδηλώνουν, ότι δεν ήταν μόνο με τον πόλεμο στη Λιβύη το 2000 που ο πρόεδρος Νικολά Σαρκοζί κλόνισε τη Γαλλία. Ο διάδοχός του, Φρανσουά Ολάντ, έπρεπε το 2013 με στρατό να σώσει το Μάλι από την κατάρρευση και συνεπώς πιθανόν και όλα τα άλλα κράτη στην περιοχή. Διότι χωρίς δυτικοαφρικανικές κρατικές προσόψεις δεν λειτουργεί το σύστημα του CFA και των συνθηκών λεηλασίας.

Όμως, η εκστρατεία έγινε τόσο ακριβή για το Παρίσι ώστε χρειάστηκε την ίδια χρονιά να ζητηθεί βοήθεια από το γερμανικό ομοσπονδιακό στρατό, την Bundeswehr, η οποία βρίσκεται τώρα στην κυριολεξία στην έρημο με σχεδόν 1000 στρατιώτες σε μια, σύμφωνα και με τα επίσημα στοιχεία, ακραίως επικίνδυνη «αποστολή».** Το στράτευμα «Σαχέλ-G-5» που το είχαν προορίσει για να ανακουφίσει τους Ευρωπαίους, είναι μια χίμαιρα. Ο σκοπός της είναι ολοφάνερος: όχι η φύλαξη αφρικανικών, αλλά αποκλειστικά γαλλικών και επομένως ευρωενωσιακών συμφερόντων. Με την εκστρατεία του ο Σαρκοζί είχε σχεδόν καταστρέψει μια μεγάλη αυτοκρατορία, δηλαδή τη δική του, την αποικιοκρατική.

Όμως, από αυτή την αυτοκρατορία εξαρτάται η Γαλλία σε μεγαλύτερο βαθμό, όσο μεγαλώνει το οικονομικό προβάδισμα της Γερμανίας. Της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας μπορεί να της συμφέρει σε κάποιο βαθμό να είναι σχετικά αδύναμη η γαλλική οικονομία. Είναι μέρος του ανταγωνισμού. Δεν της συμφέρει όμως καθόλου το κλατάρισμα της Γαλλίας, γιατί αυτή θα σταματούσε και τον γερμανικό εξαγωγικό οδοστρωτήρα. Ως εκ τούτου, Γερμανοί στρατιώτες εξασφαλίζουν στο Μάλι και στο Νίγηρα ένα αποικιοκρατικό σύστημα από το οποίο το Παρίσι εξαρτάται οικονομικά, αλλά που την ίδια στιγμή παράγει χωρίς αμφιβολία φτώχεια, διαφθορά, τρομοκρατικές συμμορίες, κρατική αποσύνθεση και φυγή. Αυτή η κατάσταση κάθε άλλο παρά ευχάριστη είναι.

Σύμφωνα με ένα διαδικτυακό λεξικό τα «80% του συνολικού γαλλικού προϋπολογισμού για τη στρατιωτική συνεργασία» πηγαίνουν στην περιοχή του CFA. Το νόμισμα στηρίζεται με τα όπλα. Οι αποικιοκράτες άλλωστε, ποτέ δεν μπόρεσαν να σκεφτούν κάτι άλλο.

Google+ Linkedin