Στις 25 Οκτωβρίου του 1881 γεννιέται ο Πάμπλο Πικάσο

Στις 25 Οκτωβρίου του 1881 γεννιέται ο Πάμπλο Πικάσο

Στις 25 Οκτωβρίου του 1881 γεννιέται ο Ισπανός ζωγράφος Πάμπλο Πικάσο, δημιουργός της «Γκουέρνικα» και άλλων έργων (όπως το περίφημο σκίτσο του Νίκου Μπελογιάννη).

Το πλήρες όνομά του ήταν Pablo (ή El Pablito) Diego José Santiago Francisco de Paula Juan Nepomuceno Crispín Crispiniano de los Remedios Cipriano de la Santísima Trinidad Ruiz Blasco y Picasso López. Ο πατέρας του ονομαζόταν José Ruiz y Blasco και ήταν επίσης ζωγράφος ενώ μητέρα του ήταν η María Picasso y López. Τα πρώτα έργα του τα υπέγραφε ως Ruiz Blasco αλλά από το 1901 άρχισε να χρησιμοποιεί το όνομα της μητέρας του.

Γεννήθηκε στη Μάλαγα της Ισπανίας όπου πέρασε και τα δέκα πρώτα χρόνια της ζωής του. Τα πρώτα μαθήματα ζωγραφικής, τα έλαβε από τον πατέρα του, ο οποίος δίδασκε σε διάφορες ακαδημαϊκές σχολές. Ο ίδιος ο Πικάσο ξεκίνησε να ζωγραφίζει σε πολύ μικρή ηλικία και έδειξε από νωρίς δείγματα του ταλέντου του. Το 1892 η οικογένειά του μετακόμισε στην Λα Κορούνια όπου έζησε για τα επόμενα τέσσερα χρόνια, σπουδάζοντας στην τοπική σχολή καλών τεχνών. Το 1895, ο πατέρας του έγινε καθηγητής στην ακαδημία καλών τεχνών La Lonja της Βαρκελώνης, όπου σπούδασε και ο Πάμπλο Πικάσο περνώντας επιτυχώς τις εισαγωγικές εξετάσεις. Αργότερα, με την οικονομική βοήθεια του θείου του, του δόθηκε η ευκαιρία να πραγματοποιήσει ανώτερες σπουδές στην Βασιλική Ακαδημία Σαν Φερνάντο της Μαδρίτης, ωστόσο τις εγκατέλειψε στη διάρκεια του πρώτου έτους.

Επέστρεψε στη Βαρκελώνη το 1899, όπου συναναστράφηκε με την καλλιτεχνική πρωτοπορία της εποχής του, γεγονός που είχε σημαντική επίδραση στο έργο του. Την ίδια περίοδο, εγκατέλειψε τον κλασικισμό και άρχισε να πειραματίζεται με νέες τεχνοτροπίες. Το 1900, εγκαταστάθηκε στο Παρίσι και συγκεκριμένα στη Μονμάρτρη, που αποτελούσε σημαντικό κέντρο της καλλιτεχνικής ζωής.

Ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος τον βρίσκει στο Παρίσι, όπου εντάσσεται στη Γαλλική Αντίσταση. Το 1944 γίνεται μέλος του Κομμουνιστικού Κόμματος της Γαλλίας, στο οποίο θα παραμείνει μέχρι το τέλος της ζωής του. «Πήγα στο Κομμουνιστικό Κόμμα όπως πάει κανείς στην πηγή. Θα είμαι πια με τους δύστυχους ανθρώπους, στο δρόμο», έλεγε ο Πικάσο, απαντώντας σε όσους ενοχλούνταν ή ενοχλούνται για την ένταξή του. Το κοινό της εποχής του τον θεώρησε, λανθασμένα, αφηρημένο ζωγράφο, ενώ η ζωγραφική του υπήρξε ακατανόητη για αρκετούς. Σε αυτό το «δεν καταλαβαίνω» απάντησε ο ίδιος με πολλούς τρόπους. Παρόλο που επαναλάμβανε συχνά ότι μιλά μόνο μέσα από την τέχνη του, προσπαθεί να εξηγήσει το «ακατανόητο» στο κοινό.

«Βρήκα τον εαυτό μου»

*Σε αμερικανική Επιθεώρηση δημοσιεύεται η πιο κάτω συνέντευξη του Πάμπλο Πικάσσο

Η προσχώρησή μου στο Κομμουνιστικό Κόμμα είναι η λογική συνέπεια όλης μου της ζωής, όλου μου του έργου γιατί, είμαι υπερήφανος γι’ αυτό, δεν πήρα ποτέ τη ζωγραφική σαν διασκέδαση ή ψυχαγωγία. Θέλησα με το σχέδιο και το χρώμα, αυτά ήταν το όπλα μου, να μπω όσο μπορούσα πιο μέσα στην ανθρώπινη ψυχή, πιο βαθιά στη γνώση του κόσμου που μας λυτρώνει κάθε μέρα και περισσότερο. Προσπάθησα με το δικό μου τρόπο να εκφράσω αυτό που νόμιζα πιο αληθινό, πιο δίκιο, πιο υψηλό κι όλοι οι μεγάλοι καλλιτέχνες ξέρουν καλά πως αυτό είναι και το πιο ωραίο.

… Ναι, τώρα ξέρω πως αγωνίστηκα με τη ζωγραφική μου πάντα σαν αληθινός επαναστάτης, κατάλαβα όμως ταυτόχρονα πως αυτό μόνο δε φτάνει. Τα τελευταία τούτα χρόνια της τρομερής καταπιέσεως μού δείξανε πως είχα την υποχρέωση να πολεμήσω όχι μόνο με την τέχνη μου μα με ολόκληρο το είναι μου.

Και τότε πήγα προς το Κομμουνιστικό Κόμμα χωρίς τον παραμικρό δισταγμό, γιατί στο βάθος ήμουνα πάντα μαζί του. Ο Ελυάρ, ο Αραγκόν, ο Κασσού, ο Φουζερόν, όλοι μου οι φίλοι το ξέρουν καλά, κι αν ως τα τώρα δεν είχα προσχωρήσει επίσημα, αυτό οφείλονταν σε ένα είδος «αφέλειας» γιατί νόμιζα πως το έργο μου κι η καρδιά μου που ήτανε μαζί του φτάνανε. Μέσα μου όμως πάντα αυτό ήταν το Κόμμα μου.

Μήπως δεν είν’ αλήθεια πως το Κ.Κ. είναι εκείνο που προσπάθησε περισσότερο να γνωρίσει και ν’ αναστηλώσει τον κόσμο, να κάνει τους σημερινούς και τους αυριανούς ανθρώπους πιο λεύτερους, πιο ευτυχισμένους, με καθάρια και τίμια σκέψη; Δεν είν’ αλήθεια πως οι κομμουνιστές δείχτηκαν οι πιο θαρραλέοι τόσο στη Γαλλία, όσο και στην ΕΣΣΔ και στην Ισπανία μου; Γιατί τάχα να διστάζω; Μήπως από φόβο μην αναλάβω υποχρεώσεις; Όμως αντίθετα ποτές δεν ένιωσα τον εαυτό μου τόσο λεύτερο, τόσο ολοκληρωμένο…

Κι ακόμα βιαζόμουνα τόσο να βρω μια πατρίδα. Ήμουνα πάντα εξόριστος, τώρα δεν είμαι πια. Περιμένοντας την ώρα που η Ισπανία θα μπορέσει επιτέλους να με δεχτεί, το Κομμουνιστικό Κόμμα της Γαλλίας άνοιξε την αγκαλιά του και με δέχτηκε. Μέσα σ’ αυτό βρήκα ανθρώπους που περισσότερο εκτιμώ, τους πιο μεγάλους σοφούς, τους πιο μεγάλους ποιητές κι ακόμα όλες αυτές τις υπέροχες φυσιογνωμίες των Παριζιάνων επαναστατών που είδα τις μέρες του Αυγούστου.

Κι είμαι πάλι ανάμεσα στ’ αδέλφια μου.

Google+ Linkedin