Σαν σήμερα 17 του Απρίλη η Ελλάδα αποχαιρέτησε δύο ξεχωριστές καλλιτεχνικές προσωπικότητες
Σαν σήμερα,17 του Απρίλη, η Ελλάδα αποχαιρέτησε δύο ξεχωριστές καλλιτεχνικές προσωπικότητες με σημαντική πορεία στην μουσική ιστορία του τόπου μας.
Πρώτος «έφυγε» ο Νίκος Παπάζογλου, λίγο καιρό μετά τον θάνατο του συνεργάτη του, Μανώλη Ρασούλη, κι ακολούθησε ακριβώς έναν χρόνο μετά ο Δημήτρης Μητροπάνος.
Η ρωγμή του χρόνου ήταν 17 Απρίλη του 2011, όταν ο Θεσσαλονικιός τραγουδοποιός έχασε την μάχη με την επάρατη νόσο βυθίζοντας σε θλίψη όλους εμάς που λατρέψαμε την ιδιαίτερη φωνή του,το πηγαίο του ταλέντο,αλλα και το φύσει και θέσει ελεύθερο πνεύμα του.
Σίγουρα ο Νίκος Παπάζογλου αποτελεί μια ξεχωριστή περίπτωση στο ελληνικό λαϊκό τραγούδι,καθώς ήταν από τους λίγους καλλιτέχνες που το απενοχοποιήσαν και το ρίζωσαν βαθιά ακόμα και σε αυτούς που το κατέκριναν.
“Εγώ δεν είμαι ποιητής, είμαι στιχάκι” τραγουδούσε ο Νίκος και βάζοντας φυσικά την ερμηνευτική του σφραγίδα σε ζωτικής σημασίας ζητήματα μας προέτρεπε «όταν κινδυνεύεις παίξε την πουρούδα»…
Ο Δημήτρης Μητροπάνος, ήταν αυτό που λέμε καλλιτέχνης από κούνια…
Δεν είχε τίποτα πάνω του που να μοιάζει με «πόζα». Τίποτα το «δήθεν», το «τάχα μου». Ήταν ένας μάγκας. Κανονικός…
Χάρη στο γνήσιο λαϊκό χρώμα της φωνής του και την πλούσια ερμηνευτική του γκάμα χάρισε πολλές ανεπανάληπτες στιγμές, καταφέρνοντας να συγκινήσει όχι μόνο εκείνους που τον γνώρισαν από τα πρώτα του βήματα, αλλά και τις νεότερες γενιές, στοιχείο που αναδεικνύει τη δύναμη του ταλέντου του.
Ίσως, γιατί πάντα μέσα από το έργο του «μιλούσε» τη «γλώσσα» της αλήθειας, όπως αυτή πηγάζει από τη λαϊκή κληρονομιά. Ίσως, γιατί η αξιοπρέπεια, η λεβεντιά, η ντομπροσύνη, που τον διέκριναν, γίνονταν ένας επιπλέον «κώδικας» στην επικοινωνία του με το κοινό που τον αγάπησε πολύ.
Ίσως, γιατί ήταν απόλυτα ταγμένος στα πιστεύω του και ποτέ δεν έκρυψε την πίστη του στις γραμμές του ΚΚΕ.
Με τον μοναδικά δικό του απλό, ευθύ και λεβέντικο τρόπο, στη μακρόχρονη καλλιτεχνική του πορεία, ερμήνευσε μεγάλους συνθέτες, λαϊκούς και έντεχνους, ποιητές και στιχουργούς, περνώντας από ανεπανάληπτα σπαραχτικά ζεϊμπέκικα σε ανεξίτηλα τραγούδια των μεγάλων δημιουργών κι από απρόβλεπτες αγαπημένες ροκ μπαλάντες σε όμορφα λαϊκά κομμάτια.
Όσα χρόνια κι αν περάσουν όμως, θα τραγουδάμε μαζί του «σαν αμαρτία και σαν γιορτή», για την «εθνική μας μοναξιά», εκεί κοντά «στου αιώνα την παράγκα», ζώντας «στα τρελά μας όνειρα δοσμένοι, πάντα γελαστοί και γελασμένοι»… καθώς η φωνή του θα μας παρηγορεί «Εμένα και ο θάνατος/ μου φαίνεται γιορτή/ ένα λαχείο είναι η ζωή/ ας είναι κι αμορτί/ λουλούδια για το χάροντα/ μπουζούκι και κιθάρα/ κι ένα ανοιχτό περίπτερο/ να πάρουμε τσιγάρα…».