Με αφορμή τα όσα είπε o Τατούλης στο πολιτικό μνημόσυνο για τον Κων/νο Μητσοτάκη

“Στον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη θα πρέπει να αναγνωριστεί η μεγάλη του συνεισφορά στην αντιμετώπιση των προβλημάτων του εμφυλίου και στη μη ανάμειξη της Κρήτης σε αυτόν”,είπε Πέτρος Τατούλης στο Περιφερειακό Συμβούλιο Πελοποννήσου,την Τετάρτη 14 Ιουνίου 2017, κατά τη διάρκεια του πολιτικού μνημόσυνου προς τιμή του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη. 

Ο Περιφερειάρχης Πελοποννήσου πρόσθεσε ότι «Την περίοδο αυτή ο Κων/νος Μητσοτάκης επέδειξε εξαιρετική μετριοπάθεια και πορεύθηκε με τις δυνάμεις αυτές που συνεισέφεραν στην ειρήνευση και τη λήξη του εμφυλίου»

Βεβαίως,ο κ. Πέτρος Τατούλης δεν πρωτοτύπησε. Το τελευταίο διάστημα πολλά γράφονται  για τον Εμφύλιο στην Κρήτη, με αφορμή τον θάνατο του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη . Συμφωνίες για κατάπαυση του πυρός, συνεννόηση για ειρήνευση και διάφορα άλλα που ξεπερνούν σε πολλές περιπτώσεις την ίδια την ιστορική πραγματικότητα.

Ας ξεκινήσουμε όμως από κάποια βασικά: Οι Γερμανοί φεύγουν από την Κρήτη τον Μάϊο του 1945, όταν στην υπόλοιπη Ελλάδα έχουν αποχωρήσει από τα τέλη του 1944. Οι λόγοι γνωστοί και άγνωστοι, γεγονότα και υποθέσεις που έχει εξετάσει και μελετήσει η ιστορία.

Κάποιος θα μπορούσε αβίαστα να πει πως έφυγαν από το Ηράκλειο, αλλά η «Οχυρά Θέση Κρήτης» μια περιοχή από την Γεωργιούπολη μέχρι τον Κίσσαμο, από τα Λευκά Όρη ως την παραλία ήταν στον έλεγχο Γερμανών και Ιταλών.Ένα γεγονός που σταδιακά δίνει χώρο και χρόνο στους Άγγλους και στις παρακρατικές οργανώσεις να λάβουν θέσεις. Μια αγαστή τριμερής συνεργασία με μοναδικό στόχο τη διάλυση καθετί αριστερού και δημοκρατικού στην Κρήτη.Δολοφονίες, εκτελέσεις, βασανισμοί. Η αρχή μιας συνέχειας που μέχρι τα τέλη του 1949 θα στιγματίσει την Κρήτη. Πολλά τα παραδείγματα και οι περιπτώσεις.

Ο υπάνθρωπος Μπαντουβάς (στο κέντρο)

Το πιο χαρακτηριστικό: Οι Στάβλοι του Μπαντουβά. Ένας πρώην στάβλος στο κέντρο του Ηρακλείου που σταδιακά μετατράπηκε σε κολαστήριο, χώρο βασανιστηρίων και εκτελέσεων από τη συμμορία των Μπαντουβάδων και «συνεργάτες» τους. Ο Στρατής Περγιαλίδης, ο Γιάννης Ρουκουνάκης, η Μαρία Λιοδάκη (σύντροφος του Ν. Σουκατζίδη), η Μαρία Δρανδάκη, ο Μιχάλης Λαμπράκης πέθαναν μετά από κάθε λογής βασανιστήρια στη «Μακρόνησο» της Κρήτης.

Ο Παύλος Γύπαρης γνωστός για τη δράση του από τα χρόνια των Μακεδονικών Πολέμων, τη δολοφονία του Ίωνα Δραγούμη, την επίθεση εναντίον του Βασίλη Αυλωνίτη στο θέατρο Κοτοπούλη σε μια παράσταση που σατίριζε τον Βενιζέλο και τη δημιουργία του σώματος «χωροφυλάκων άνευ θητείας» έχει μερτικό στην ιστορία του Εμφυλίου στην Κρήτη. 

Το  1945 ο Παύλος Γύπαρης με αίτημά του προς τον Διοικητή της Κρήτης Επίσκοπο Αποκορώνου και Κυδωνίας Αγαθάγγελο Ξηρουχάκη (δείτε ΕΔΩ) ζητά την ανάληψη δράσης απέναντι στους «αναρχικούς», που δεν ήταν άλλοι από τους αριστερούς και δημοκρατικούς πολίτες της Κρήτης.

«Σεβασμιώτατε. Αι πληροφορίαι ας μου εδώκατε προχθές προφορικώς και συγκεκριμένως διά τους Γερμανούς Δ/τάς, ότι των εγεννήθη η σκέψις διά να έλθω εις τα Χανιά με την ελπίδα ότι εγώ θα ημπορούσα να επιβάλω την τάξιν εις τους αναρχικούς κ.λπ. ομολογώ ότι δεν με άφισε ασυγκίνητον» δήλωνε ο Γύπαρης απευθυνόμενος στον διοικητή τότε του νησιού.

Ο Στέφανος Σκαράκης. Μόλις 19 χρονών. «Ο Στέφανος Σκαράκης ήταν δραστήριος ΕΠΟΝίτης, ομαδάρχης της 3ης ομάδας της ΕΠΟΝ στα Χανιά, έμενε στη συνοικία Τοπανά κοντά στη Νέα Χώρα. Τον έπιασαν την 1η Σεπτέμβρη του 1944 στη στοά απέναντι από την Τριμάρτυρη (τη Μητρόπολη Χανίων στην οδό Χάληδων), τον οδήγησαν στο κολαστήριο της Αγιάς και τον εκτέλεσαν μαζί με άλλους 53 Χανιώτες αγωνιστές. Ήταν 16 Σεπτεμβρίου 1944. Ο Στέφανος ήταν 19 χρονών. Ήταν ο τελευταίος ΕΠΟΝίτης που εκτελέστηκε από τους κατακτητές»

Ο Γιάννης Ποδιάς καπετάνιος του Δημοκρατικού Στρατού, ένας πραγματικός ηγέτης του λαού της Κρήτης σκοτώνεται το 1948 στον Ψηλορείτη , του οποίου το κεφάλι οι Μπαντουβάδες κόβουν μόλις τον βρίσκουν νεκρό για να το παλουκώσουν αφού κατακρεουργούν το υπόλοιπο σώμα του.

Η Βαγγελιώ Κλάδου μια προσωπικότητα πολιτική και επιστημονική για την Κρήτη της εποχής. Τελευταίο υψηλό στέλεχος του ΚΚΕ στον Εμφύλιο σκοτώνεται στις 6 Δεκεμβρίου 1949.

Η αχώριστη συντρόφισσα της Βαγγελιώς, Αργυρώ Κοκοβλή γράφει για τις τελευταίες στιγμές της μεγάλης αυτής μαχήτριας:«Ξεκινήσαμε από τους πρόποδες του βουνού, από τις Καρές του Άποκορώνου. Είμασταν έξι. Η Μαρία (σημείωση: το ψευδώνυμο της Ευαγγελίας Κλάδου στον ΔΣΕ), ο Μήτσος Τσαγκαράκης, ο Βάνιας Παντελίδης, ο Λευτέρης Ηλιάκης, ο Νίκος Κοκοβλής και εγώ. Προορισμός μας η σπηλιά στα Αναφυντοχάλαρα που δεν την γνώριζαν παρά ελάχιστοι. Εκεί θα κάναμε σταθμό, πριν φύγουμε γι αλλού. Περπατήσαμε ολόκληρη νύκτα, μέσα σε παγωνιά και βροχόνερο. Τα ξημερώματα βρήκαμε τη σπηλιά. Λίγο αργότερα έπεσε πυκνή ομίχλη και τότε σκεφθήκαμε ν’ ανάψουμε μια μικρή φωτιά και να βράσουμε λίγο αλεύρι που είχαμε, να φάμε κουρκούτι. Ξαφνικά η ομίχλη διάλυσε. Σ’ αυτό το διάστημα φαίνεται πως μας είδαν από το απόσπασμα. Αμέσως μετά η ομίχλη έπιασε και πάλι πυκνότερη. Αυτό βοήθησε τους άνδρες του αποσπάσματος που πλησίασαν κάνοντας κλοιό γύρω από τη σπηλιά. Μεσημέρι πια αποφάσισε ο Λευτέρης Ηλιάκης να πάει να φέρει νερό από μια πηγή. Έξω βρισκόταν και ο Βάνιας σκοπός. Στα 10-15 μέτρα βρέθηκαν μπροστά στους άνδρες του αποσπάσματος. Ο Βάνιας άρχισε να πυροβολεί. Πεταχτήκαμε έξω από τη σπηλιά και οι υπόλοιποι. Με την πρώτη ή την δεύτερη σφαίρα από το απόσπασμα τραυματίσθηκε στο χέρι η Μαρία. Τότε ζήτησε να την σκοτώσουμε και ταυτόχρονα έδωσε στόχο στις σφαίρες, που την βρήκαν και την άφησαν νεκρή. Λίγο μετά τραυματίστηκε και ο Τσαγκαράκης που δυο ώρες αργότερα πέθανε εκεί. Εμείς συνεχίσαμε μέχρι που νύχτωσε και τότε μπορέσαμε να περάσουμε από τη μοναδική δίοδο, ανάμεσα από τις σφαίρες και τους άνδρες του αποσπάσματος. Πίσω έμεινε και ο Ηλιακής που είχε βρεθεί σε ένα βαθύ λάκκο κρυμμένος. Φύγαμε αφήνοντας τους δυο συντρόφους πίσω νεκρούς».

Οι διώκτες αφού θα κόψουν τις κεφαλές των δύο αγωνιστών θα ξεκινήσουν την γνωστή και συνηθισμένη στις εποχές αυτές, βάρβαρη τελετουργία πανηγυρικής περιφοράς και έκθεσής τους στα χωριά της περιοχής.

Θα διηγηθεί στη συνέχεια ο Αλέκος Μαθιουδάκης:«Μεταξύ των χωριών που την πέρασαν ήταν και το μεγάλο χωριό το Καλάμι, που ήταν οι φυλακές που μας κρατούσαν, πάνω από 700 κρατούμενους, οι περισσότεροι θανατοποινίτες.

Την ίδια μέρα στο επισκεπτήριο οι επισκέπτες μας έδωσαν την είδηση για την περασιά του κεφαλιού της Βαγγέλας Κλάδου έξω πριν λίγες ώρες.

Μπούμεραγκ γύρισε ο «θρίαμβος» των διωκτών της Βαγγέλας. Ο κόσμος αντί να τους θαυμάζει τους έβαζε στη χορεία των μιασμάτων του έθνους».

Τα οστά της Βαγγέλας θα βρεθούν πολλά χρόνια αργότερα, από τον αδελφό της Γιώργο Κλάδο και κάποιους από τους επιζώντες συντρόφους της. Τον Αύγουστο του 1978, όπου θα μεταφερθούν στα Ανώγεια για να θαφτούν με όλες τις πρέπουσες τιμές.

Επειδή λοιπόν το «δίκιο είναι ζόρικο πολύ», το «ιστορικό δίκιο» είναι επιτακτική ανάγκη…

 Ας μην ξεχνάμε πως η λάθος μνήμη σκοτώνει δύο φορές και ας προσπαθήσουμε να δώσουμε στην ιστορία μας τη θέση που της αξίζει.

Google+ Linkedin