Κύριοι, σε λίγο θα πηδάμε απ’ τα μπαλκόνια…
Για την ακρίβεια, είναι απορίας άξιο το πώς δεν το ’χουμε κάνει ακόμα…
Γράφει ο Δημήτρης Πετρίδης
Ήχος τυμπάνων πολέμου. Εν συνεχεία, ανθρώπινες κραυγές πόνου και αγωνίας- ελαφρώς «επικαλυμμένες» αυτές. Ακολουθεί μια αγχωτική μουσική, λες και πλησιάζουν ορδές από ορκ που τους έβρισες τη μάνα, λέγοντάς την «άνθρωπο». Και το δημοσιογραφικό κερασάκι στην ήδη αποκρουστική τούρτα έρχεται εν είδει live σύνδεσης με κάποιον εμπειρογνώμονα/ λοιμωξιολόγο/ διευθυντή νοσοκομείου και ούτω καθεξής, με το διάλογο μεταξύ παρουσιαστή και συνομιλητή να έχει αυτή τη μορφή:
-«Καλησπέρα σας κύριε καθηγητά»
-«Καλησπ…»
-«Ώστε ξεμείνατε κι εσείς από ΜΕΘ, έτσι;»
-«Κοιτάξ…»
-«Τι μου λέτε! Ούτε ΜΙΑ ΜΕΘ διαθέσιμη για όσους έχουν προσβληθεί βαριά από κορωνοϊό, σωστά κατάλαβα;;;»
-«Δεν είναι ακριβ…»
-«Δηλαδή, Βίρνα, δεν υπάρχει ΟΥΤΕ ΜΙΑ ΚΑΤΑΡΑΜΕΝΗ ΜΕΘ ΔΙΑΘΕΣΙΜΗ;»
-«Εγώ δεν…»
-«Καταλαβαίνει κανείς λοιπόν, Βίρνα, πως το Εθνικό Σύστημα Υγείας της χώρας πνέει τα λοίσθια σα να είναι 85χρονος ασθενής με υποκείμενα νοσήματα χτυπημένος από Covid-19, σωστά;»
-«Ας πούμε πως…»
-«Κύριε καθηγητά, σας ευχαριστώ πολύ για την ωραία κουβέντα που κάναμε. Ευελπιστώ να τα πούμε ξανά λίαν συντόμως- αν δεν νοσήσετε σε βαθμό που η διασωλήνωσή σας να είναι απαραίτητη. Καλό σας βράδυ».
Αυτή είναι, τραβηγμένες μέσες-άκρες, η συνήθης κατάσταση που επικρατεί σ’ ένα δελτίο ειδήσεων της ελληνικής τηλεόρασης το 2020, από τότε που μας «χτύπησε» κι εμάς η πανδημία.
Τα πρώτα 30-35 λεπτά ενός τέτοιου ενημερωτικού προγράμματος κατακλύζονται από τόσες πολλές και αδιάλειπτα αρνητικές ειδήσεις, που κάνουν τον Καρυωτάκη να μοιάζει αθεράπευτα αισιόδοξος και την «Πρέβεζα» ύμνο στην ζωή.
Κατά πάσα πιθανότητα, για να επιτυγχάνεται τέτοιο αρραγώς ολόμαυρο αποτέλεσμα, πρέπει στις συσκέψεις πριν βγει στον αέρα ένα δελτίο να υπάρχουν επαμφοτερίζουσες απόψεις: θα είναι σίγουρα κάποιοι που θα επιμένουν πως το πιο κατάλληλο ένδυμα για τον παρουσιαστή/ παρουσιάστρια είναι τα φύλλα κορακιού σε συνδυασμό μ’ ένα ευειδές ράμφος, την στιγμή που ορισμένοι θα ισχυρίζονται πως αυτό είναι ελαφρώς τραβηγμένο και αρκεί το ν’ ακούγεται ένα συνεχές ΚΡΑ-ΚΡΑ-ΚΡΑ στο background.
Το μέγεθος του ερέβους στην παρουσίαση των ειδήσεων είναι τέτοιο που ξεκινάς να βλέπεις όντας απολύτως υγιής (μόλις το μεσημέρι έτρεξες έναν μαραθώνιο, με τους παλμούς σου μετά τα 42 χιλιόμετρα να μην ξεπερνούν τους 88), στο πρώτο δεκάλεπτο έχεις ανεβάσει πυρετό, αν συνεχίσεις να βλέπεις, από πρωτοφανή μαζοχισμό, κάνει την εμφάνισή του ο πόνος στο στήθος, ακολουθούμενος από κρίση βήχα, δυσκολία στην αναπνοή, ζάλη και μερικά ακόμα συμπτώματα κορωνοϊού, μέχρις ότου να το πάρεις απόφαση και να τηλεφωνήσεις σ’ έναν συμβολαιογράφο και να κάνεις τη διαθήκη σου (τα 800 ευρώ που περιμένεις να λάβεις, δηλαδή, από το επίδομα γιατί είσαι σε αναστολή).
Προς αποφυγή παρεξηγήσεων κι επειδή με τους αρνητές και τους συνωμοσιολόγους οι σχέσεις μας είναι λίγο πιο θερμές από το κλίμα του Βόρειου Πόλου: ουδείς αμφισβητεί την σοβαρότητα της κατάστασης. Το δεύτερο κύμα της πανδημίας αποδεικνύεται πολύ πιο επιθετικό απ’ ό,τι ανέφεραν και οι πιο δυσοίωνες προβλέψεις του καλοκαιριού, με τον κορωνοϊό να γονατίζει το ένα κράτος μετά το άλλο και να ωθεί άπασες τις κυβερνήσεις να επιλέγουν την έσχατη λύση της καραντίνας.
Δεδομένου του γεγονότος πως έχουν σφυροκοπηθεί ανηλεώς χώρες απείρως πιο οργανωμένες από τη δική μας, η κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει η Ελλάδα των ελλιπών υγειονομικών υποδομών δεν προκαλεί απλά ανησυχία, αλλά κάνει κάθε στοιχειωδώς εχέφρονα άνθρωπο να έχει αναπτύξει στενές επαφές με τον κρύο ιδρώτα.
Από αυτό το σημείο, όμως, μέχρι τον ψυχολογικό τηλεβιασμό που υπόκειται μεγάλη μερίδα του κοινού (και για να μην βγάζουμε τεχνηέντως την ουρά μας απέξω, και τον ερεβώδη βομβαρδισμό από τα sites πάσης φύσεως), υπάρχει απόσταση.
Κανείς δε λέει να βγαίνει ο Χ παρουσιαστής και να λέει «Γεια σας ρε μ@λακες, τι γίνεται; Σήμερα είχαμε εκεί γύρω στα 3.500 ψωροκρούσματα μωρέ, αλλά κλάιν, όλα κουλ!», αλλά όταν η πιο φωτεινή νότα ενός δελτίου είναι το «Και τώρα ο καιρός: τρομακτική πτώση της θερμοκρασίας από σήμερα, με μυριάδες κεραυνούς και καταιγίδες να πλήττουν βάναυσα τη χώρα», τότε κάτι πάει λάθος.
Η ψυχολογική πίεση για όλους μας είναι κάτι το πρωτοφανές, το άγχος και το στρες έχουν γίνει δεύτερο δέρμα για την συντριπτική πλειονότητα των πολιτών, η οικονομική αβεβαιότητα μία ατραπός που άθελά μας βαδίζουμε άπαντες επάνω της και η αγωνία για το τι μας ξημερώνει αύριο έχει αλλάξει ελαφρώς στο αν θα ξημερώσει και για μας το αύριο.
Η ατέρμονη τρομολαγνεία μπορεί να φέρνει νούμερα (ή, στην περίπτωσή μας, κλικς), όμως επιδρά αρνητικά στον ήδη χειμαζόμενο ψυχισμό των Ελλήνων, που ψάχνουν ένα… κάτι να πιαστούν.
Αυτό το «κάτι» δεν είναι μόνο το εμβόλιο της Pfizer ή της Moderna ή της Οξφόρδης (τα οποία, φτάνοντας ενίοτε στο άλλο άκρο, παρουσιάζονται στα δελτία σαν έτοιμα να τα κάνει ο οποιοσδήποτε αύριο-μεθαύριο), αλλά ίσως και μια πιο μετριοπαθής παρουσίαση της δύσκολης, είναι η αλήθεια, πραγματικότητας.
Η αναμόχλευση των ίδιων και των ίδιων θεμάτων (έλλειψη ΜΕΘ, θάνατοι, ρεκόρ στους διασωληνωμένους), οι πηχυαίοι τίτλοι που θα έκαναν ακόμα και τον Άλεκ Μπάλντουιν όταν υποδυόταν τον Πάρκερ, το αγόρι της Φοίβης στα Φιλαράκια, να χάσει την όποια διάθεση για ζωή και ο 40λεπτος «βομβαρδισμός» αρνητικών ειδήσεων λειτουργούν σαν άυλη ταφόπλακα στα όποια όνειρα περί αισιοδοξίας του μέσου τηλεθεατή.
Το «θα πηδάμε από τα μπαλκόνια» φαντάζει, θέλουμε να πιστεύουμε, ακόμα μακρινό, αλλά αν συνεχιστεί για μερικούς μήνες ακόμα αυτή η νιχιλιστική στάση, τότε…
Γι’ αυτό, καλό θα ήταν να μείνουν στην άκρη τα τύμπανα πολέμου που ντύνουν τα ρεπορτάζ, οι κραυγές, η μουσική που με κάθε της νότα φέρνει τον έναν τοίχο πιο κοντά στον άλλον και μετατρέπει το διαμέρισμά μας, εν μέσω καραντίνας, σε σπίτι χόμπιτ.
Ο αρνητισμός πρέπει να σταλεί το τάχιστο δυνατόν στο ειδησεογραφικό πυρ το εξώτερον, αφήνοντάς μας ν’ απολαμβάνουμε, παρέα ίσως με την Αγγελική Νικολούλη, το φως στο τούνελ- αν προσέξετε λίγο καλύτερα, θα το δείτε ν’ αχνοφαίνεται εκεί, στο βάθος.
Μέχρι αυτό το φως να γίνει χείμαρρος και να πλημμυρίσει και πάλι κάθε κύτταρο του οργανισμού μας, υπάρχει μόνο ένας «αποδεκτός» δρόμος- πάντα τηρώντας στο έπακρο τα μέτρα υγιεινής και φορώντας την μάσκα μας: να τραγουδήσουμε όλοι μαζί κάτι.
Να, ας πούμε…: