Σαν σήμερα 20 Σεπτεμβρίου 1971 «έφυγε» ο νομπελίστας ποιητής Γιώργος Σεφέρης

Σαν σήμερα 20 Σεπτεμβρίου 1971 «έφυγε» ο νομπελίστας ποιητής Γιώργος Σεφέρης

Σαν σήμερα 20 Σεπτεμβρίου του 1971 πέθανε ο νομπελίστας ποιητής  Γιῶργος Σεφέρης, φιλολογικό ψευδώνυμο του Γεώργιου Σεφεριάδη. Δύο ημέρες μετά στις 22/9/1971 σε μια εκκλησία στην οδό Κυδαθηναίων χιλιάδες λαού ήτανε εκεί να τον χαιρετήσουν και να αφήσουν λουλούδια!

Ένα πολύχρωμο ανθρώπινο ποτάμι ακολουθούσε το φέρετρο του ποιητή, οι δικτάτορες ανήσυχοι και σε πλήρη ετοιμότητα με την αστυνομία από κοντά να παρακολουθεί, τούτη την απρόοπτη και ίσως ανεξέλεγκτη κατάσταση.!

Φτάνοντας η πομπή στην στην πύλη του Ανδριανού, το πλήθος σταματά την κυκλοφορία και αρχίζει να τραγουδά το (απαγορευμένο) τραγούδι του Μίκη Θεοδωράκη- σε στίχους Σεφέρη από το ποίημα του «Στο περιγιάλι το κρυφό»:

Η νεκρική πομπή θα γίνει ένα με το πλήθος που έχει συγκεντρωθεί στο νεκροταφείο. Το ανθρώπινο ποτάμι θα εξελιχθεί σε μία από τις μεγαλύτερες αντιδικτατορικές πορείες.

«Προκόβουμε καταπληκτικά», είχε γράψει ειρωνικά ο ίδιος στην ατζέντα του την ημέρα του πραξικοπήματος.

Όλοι εξάλλου θυμούνται την ιστορική δήλωσή του κατά της χούντας την Παρασκευή της 28ης Μαρτίου του 1969. «Αυτή η ανωμαλία πρέπει να σταματήσει. Είναι εθνική επιταγή. Τώρα ξαναγυρίζω στη σιωπή μου».

Ο ποιητής δεν θα ξαναγυρίσει στη σιωπή του. Λίγους μήνες αργότερα καταργείται η προληπτική λογοκρισία και δημοσιεύεται το βιβλίο «Δεκαοκτώ κείμενα», όπου εμπεριέχεται μεταξύ άλλων το ποίημα «Οι γάτες του Αϊ Νικόλα», πολιτική αλληγορία για τη χούντα.

Αλλά και νεκρός ακόμα ο Σεφέρης θα «μιλήσει» κατά της δικτατορίας. Στις 23 Σεπτεμβρίου, δημοσιεύεται στην εφημερίδα Το Βήμα, το τελευταίο ποίημα του Γιώργου Σεφέρη Επί Ασπαλάθων, που έγραψε στις 31 Μαρτίου 1971 και αποτελεί μία ακόμη καταγγελία κατά της δικτατορίας.

Επί Ασπαλάθων…

Ήταν ωραίο το Σούνιο τη μέρα εκείνη του Ευαγγελισμού
πάλι με την άνοιξη.
Λιγοστά πράσινα φύλλα γύρω στις σκουριασμένες πέτρες
το κόκκινο χώμα κι ασπάλαθοι
δείχνοντας έτοιμα τα μεγάλα τους βελόνια
και τους κίτρινους ανθούς.
Απόμακρα οι αρχαίες κολόνες, χορδές μιας άρπας αντηχούν ακόμη…

Γαλήνη.
– Τι μπορεί να μου θύμισε τον Αρδιαίο εκείνον;
Μια λέξη στον Πλάτωνα θαρρώ, χαμένη στου μυαλού τα’ αυλάκια·
τ’ όνομα του κίτρινου θάμνου
δεν άλλαξε από εκείνους τους καιρούς.
Το βράδυ βρήκα την περικοπή:
«Τον έδεσαν χειροπόδαρα» μας λέει
«τον έριξαν χάμω και τον έγδαραν
τον έσυραν παράμερα τον καταξέσκισαν
απάνω στους αγκαθερούς ασπάλαθους
και πήγαν και τον πέταξαν στον Τάρταρο, κουρέλι».

Έτσι στον κάτω κόσμο πλέρωνε τα κρίματά του
ο Παμφύλιος Αρδιαίος ο πανάθλιος Τύραννος.

31 του Μάρτη 1971

Google+ Linkedin