Ανήλικοι μετανάστες μπροστά στο τείχος Τραμπ

Μια σκληρή διαπραγμάτευση κάνει αυτές τις μέρες στις Ηνωμένες Πολιτείες η κυβέρνηση Τραμπ, με στόχο την μεταναστευτική πολιτική και το περίφημο τείχος που ο πρόεδρος Τραμπ σχεδιάζει στα σύνορα της χώρας. Στο πλαίσιό της, κρατούνται ως όμηροι τα παιδιά που συνοδεύονται από όσους συλλαμβάνονται να τα έχουν περάσει παρανόμως.

Ο όρος είναι προκλητικός, αλλά όλο και συχνότερος στις αναλύσεις των αμερικανικών μέσων ενημέρωσης που από τη μια σχολιάζουν τις πρωτοβουλίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Άγκελα Μέρκελ για την αντιμετώπιση του μεταναστευτικού ζητήματος, και από την άλλη βρίσκονται αντιμέτωπα με την πρωτοφανή κατάσταση του διαχωρισμού ανηλίκων παιδιών από τους γονείς τους. Η έγκυρη ProPublica ανήρτησε ηχητική καταγραφή παιδιών σε μονάδα κράτησης. Τα παιδιά κλαίνε και ζητούν τους γονείς τους. Ένα από αυτά ζητά να καλέσουν τουλάχιστον κάποιον άλλο συγγενή του, για να μπορέσει να τα πάρει υπό την ευθύνη του. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, αυτό έχει επιπλέον δυσκολίες, μια και η συγγενής του φοβάται ότι κάτι τέτοιο θα είχε αρνητικές συνέπειες για τη δική της προσπάθεια να αποκτήσει την αμερικανική υπηκοότητα. Κάποιος αξιωματούχος που επιβλέπει τον χώρο ακούγεται στην καταγραφή να σχολιάζει πως τα κλάματα των παιδιών μοιάζουν με «ορχήστρα» και πως το μόνο που λείπει είναι ένας «μαέστρος». Η αμερικανική συνοριοφυλακή κοινοποίησε φωτογραφίες από τις μονάδες κράτησης των ανηλίκων, προσθέτοντας στον συνταρακτικό ήχο παρόμοιες εικόνες. Τα παιδιά κρατούνται σε χώρους που οριοθετούνται από συρματοπλέγματα, περιμένοντας την τύχη τους.

Πώς έφτασαν τα πράγματα ως εδώ; Ξεκινώντας από τον Απρίλιο, όταν ο υπουργός Δικαιοσύνης των Η.Π.Α., Τζεφ Σέσονς, ανακοίνωσε την εφαρμογή μηδενικής ανοχής έναντι όσων συλλαμβάνονταν να εισέρχονται στη χώρα παρανόμως, χιλιάδες παιδιά έχουν τεθεί υπό κράτηση μακριά από τις οικογένειές τους, μια και οι γονείς τους οδηγούνται στη Δικαιοσύνη. Η τακτική είναι διαφορετική από εκείνη που ακολουθούσαν μέχρι τώρα οι αμερικανικές Αρχές, οι οποίες συνελάμβαναν τους παράτυπους μετανάστες και τους άφηναν ελεύθερους μετά τον ορισμό δικάσιμης. Πολλοί εξ αυτών δεν εμφανίζονταν στο δικαστήριο, δίνοντας την αφορμή στους πολέμιους αυτού του χειρισμού να ζητήσουν αυστηρότερη αντιμετώπιση του φαινομένου. Ο νόμος δεν απαιτεί τον διαχωρισμό των οικογενειών. Ούτε το δεδικασμένο του 1997, το οποίο επικαλούνται διάφοροι υποστηρικτές της καινούριας τακτικής, ευνοοεί αυτή τη μεταχείριση των ανηλίκων. Αντιθέτως, πριν από 21 χρόνια, το δικαστήριο είχε ζητήσει σε παρόμοια υπόθεση την απελευθέρωσή τους υπό την ευθύνη ελεύθερων συγγενών τους, και εν τη απουσία αυτών, την κράτησή τους, όπως σημειώνει το Bloomberg, «στο λιγότερο περιοριστικό περιβάλλον δυνατόν, σε συνάρτηση με την ηλικία και τις ανάγκες των ανηλίκων», προσφέροντας τη δυνατότητα «επαφής με τους συγγενείς που συνελήφθησαν μαζί με τους ανηλίκους». Στο πλαίσιο της καινούριας πολιτικής, το υπουργείο Δικαιοσύνης αναλαμβάνει την ευθύνη των ενηλίκων συλληφθέντων, και το υπουργείο Εσωτερικής Ασφάλειας εκείνη των ανηλίκων, τους οποίους υποχρεούται να προωθεί στο Γραφείο Επαναπροώθησης Προσφύγων του υπουργείου Υγείας. Η αμερικανική κυβέρνηση τονίζει πως η τακτική δεν εφαρμόζεται στους αιτούμενους άσυλο πρόσφυγες, αλλά μόνο σε μετανάστες. Σε κάθε περίπτωση, τα καταφύγια του Γραφείου Επαναπροώθησης Προσφύγων φιλοξενούν πλέον περισσότερα από 10.000 παιδιά.

 

 

«Οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν θα είναι στρατόπεδο μεταναστών, και δεν θα είναι χώρος κράτησης προσφύγων. Κοιτάξτε τι συμβαίνει στην Ευρώπη, κοιτάξτε τι συμβαίνει αλλού. Δεν μπορούμε να επιτρέψουμε να συμβεί αυτό στις Ηνωμένες Πολιτείες, όχι όσο είμαι εγώ υπεύθυνος», τόνισε ο Ντόναλντ Τραμπ, αποδίδοντας την ευθύνη για το ζήτημα στους Δημοκρατικούς, τους οποίους κατηγορεί πως δεν ψηφίζουν την αλλαγή του μεταναστευτικού νομοθετικού πλαισίου. Στην πραγματικότητα, και εκτός της απουσίας συγκεκριμένου νόμου που να προβλέπει αυτές ακριβώς τις ενέργειες, οι Ρεπουμπλικανοί στο Κογκρέσο δεν υποστηρίζουν ανεπιφύλακτα τις πρόσφατες πρωτοβουλίες, ενώ και οι Δημοκρατικοί, δια στόματος του επικεφαλής τους στη Γερουσία, τόνισαν πως η αλλαγή νομοθετικού πλαισίου δεν είναι απαραίτητη, αφού θα αρκούσε μια προεδρική διαταγή για την αλλαγή της πρακτικής. Στη Βουλή των Αντιπροσώπων ετοιμάζονται δύο νομοσχέδια, τα οποία στοχεύουν αμφότερα στον τερματισμό του διαχωρισμού οικογενειών μεταναστών, αλλά διαφέρουν σε επιμέρους στοιχεία, όπως την αντιμετώπιση των Dreamers, των μεταναστών που επηρρεάζονται από την ανάκληση της νομοθεσίας DACA, η οποία ανέβαλλε τη ποινική δίωξη όσων είχαν εισέλθει παρατύπως στη χώρα ως ανήλικοι. Παρ’ όλα αυτά, σε συνάντηση με τους Ρεπουμπλικανούς νομοθέτες, ο πρόεδρος Τραμπ είπε πως θα κάνει αλλαγές σε οποιοδήποτε νομοσχέδιο, δυσκολεύοντας ακόμα περισσότερο τις προσπάθειες επίλυσης του προβλήματος.

Σχετικές δημοσκοπήσεις δείχνουν πως, στο σύνολό τους, οι Αμερικανοί ψηφοφόροι αντιτίθενται στον διαχωρισμό ανηλίκων μεταναστών από τις οικογένειές τους και στην κράτησή τους. Αναλύοντας, όμως, τα δεδομένα με βάση την πολιτική τοποθέτηση, οι Ρεπουμπλικανοί φαίνεται να υποστηρίζουν περισσότερο την τακτική, με μία έρευνα να βρίσκει πως η πλειοψηφία των Ρεπουμπλικανών ψηφοφόρων την εγκρίνει. Ο επιτελάρχης του Λευκού Οίκου έχει αναφερθεί στην τακτική ως ισχυρό αποτρεπτικό μέσο, και η υπουργός Εσωτερικής Ασφάλειας τόνισε προσφάτως ότι η αμερικανική κυβέρνηση δεν θα απολογηθεί για την εφαρμογή των νόμων. Στο άκρο των υπερασπιστών της καινούριας πολιτικής, η συντηρητική δημοσιογράφος Αν Κόουλτερ βρέθηκε στο τηλεοπτικό δίκτυο Fox, όπου χαρακτήρισε τους ανηλίκους που έχουν καταγραφεί στα ΜΜΕ «ηθοποιούς», καλώντας τον Αμερικανό πρόεδρο να μην τους λαμβάνει υπόψη. Αν και είναι τα πλέον ευαίσθητα και ευάλωτα μέρη, τα παιδιά δεν είναι τα μόνα θύματα της υπόθεσης. Στις 9 Ιουνίου, έπειτα από τη σύλληψη και τον διαχωρισμό του από την σύζυγο και το παιδί του, ένας άνδρας από τις Ονδούρες αυτοκτόνησε σε κελί φυλακών του Τέξας.

Στην όλη συζήτηση, η οποία κατά καιρούς κυμαίνεται από την άρνηση του φαινομένου μέχρι τον έπαινο, ενάντια στον διαχωρισμό των οικογενειών έχουν ταχθεί Ρεπουμπλικανοί κυβερνήτες, βουλευτές και γερουσιαστές, ενώ και η σύζυγος του προέδρου Μπους κατήγγειλε με άρθρο της στην Washington Post την τακτική. Ακόμη και η Μελάνια Τράμπ φάνηκε να αντιτίθεται στις επιλογές του συζύγου της, με tweet που ανάρτησε και στο οποίο υπερασπιζόταν την ενότητα των οικογενειών, όμως το περιβάλλον της διευκρίνισε πως για τη διάσπασή τους δεν κατηγορεί την κυβέρνηση, αλλά όσους εμποδίζουν την ψήφιση καινούριας νομοθεσίας. Λιγότερο αμφίσημη ήταν η καταδίκη της πρακτικής από το Συμβούλιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ, με τον επικεφαλής του να την χαρακτηρίζει «ασυνείδητη». Βεβαίως, για τις Ηνωμένες Πολιτείες η κριτική δεν σημαίνει και πολλά, καθώς πριν από λίγες ώρες ανακοίνωσαν την αποχώρησή τους από το Συμβούλιο -μια ακόμη κίνηση που δείχνει την προθυμία της αμερικανικής κυβέρνησης να απομακρυνθεί από διεθνή σώματα, με τα οποία διαφωνεί.

Google+ Linkedin