Ρευστότητα 27,3 δισ. στερεί από την οικονομία το Δημόσιο
Πολύτιμη ρευστότητα από την αγορά στερεί η ελληνική κυβέρνηση, η οποία χρωστάει στο εσωτερικό της χώρας περισσότερα από 27 δισ. ευρώ, ενώ εάν συνυπολογισθούν οι μειωμένες δαπάνες του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων τα χρήματα που «λείπουν» από την αγορά ξεπερνούν τα 27,3 δισ. ευρώ.
Τη στιγμή δηλαδή που τα ληξιπρόθεσμα χρέη του Δημοσίου θα έπρεπε να μειώνονται, όχι μόνο για να καταφέρει η κυβέρνηση να τα μηδενίσει στο τέλος του προγράμματος, αλλά και για να τονωθεί η οικονομία, φορτώνει νέες οφειλές στις επιχειρήσεις, οι οποίες αδυνατούν πλέον να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις, ενώ παραδοσιακά περικόπτει το πρόγραμμα επενδύσεων και «στεγνώνει» από ρευστό όλους τους κρατικούς φορείς.
Στα τέλη Μαρτίου είχε δανειστεί από τους φορείς 22,5 δισ., χρωστάει 4,4 δισ. ευρώ στις επιχειρήσεις (το ένα δισ. ευρώ αφορά επιστροφές τελωνείων που δεν αναλύονται στα στοιχεία), ενώ το ΠΔΕ έχει περικοπεί κατά 335 εκατ. ευρώ. Και όλα αυτά τη στιγμή που χιλιάδες δυσκολεύονται να πληρώσουν τους μισθούς, την εφορία, τις ασφαλιστικές εισφορές και γενικότερα να αναπτυχθούν.
Μάλιστα οι μεταχρονολογημένες επιταγές έχουν αρχίσει και διογκώνονται, με ορατό τον κίνδυνο αρκετές επιχειρήσεις να «σκάσουν» εξαιτίας της αδυναμίας πληρωμής των υποχρεώσεών τους. Από την ανάλυση των στοιχείων προκύπτει ότι η κυβέρνηση από το 2015 μέχρι σήμερα έχει δημιουργήσει περισσότερα από 5,6 δισ. ευρώ νέα χρέη. Συγκεκριμένα, τα χρέη του Δημοσίου στα τέλη του 2014 ανέρχονταν στο ποσό των 3,8 δισ. Από τότε μέχρι και σήμερα έχουν εισπραχθεί μέσω του προγράμματος 6 δισ. για την αποπληρωμή των ληξιπρόθεσμων οφειλών και σήμερα το ποσό που οφείλεται, όπως υπολογίζεται από τους θεσμούς, έχει μειωθεί μόλις 400 εκατ. με αποτέλεσμα να διαμορφώνεται στα 3,4 δισ. ευρώ (χωρίς τα τελωνειακά χρέη).
Σημειώνεται ότι τα χρέη του Δημοσίου είναι σημαντικά υψηλότερα δεδομένου ότι στα στοιχεία που δημοσιοποιεί δεν περιλαμβάνονται οι εκκρεμείς επιστροφές από τα τελωνεία, καθώς και όποιες επιστροφές πραγματοποιούνται από αυτά και αφορούν ιδιώτες ή ελεύθερους επαγγελματίες. Οπως προαναφέρθηκε, στα τέλη του Αυγούστου η κυβέρνηση πρέπει να έχει αποπληρώσει το σύνολο των οφειλών της προς τις επιχειρήσεις. Πρακτικά, το ελληνικό Δημόσιο πρέπει από τώρα και μέχρι τις 20 Αυγούστου να πληρώνει κοντά στο ένα δισεκατομμύριο ευρώ σε μηνιαία βάση στην αγορά για να καλύψουν τόσο το «στοκ» των ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων, όσο και τα φρέσκα χρέη που θα προστεθούν μέσα στους επόμενους μήνες.
Σημειώνεται ότι εκκρεμεί η εκταμίευση μίας ακόμη δόσης για την αποπληρωμή ληξιπρόθεσμων οφειλών ύψους 1 δισ. ευρώ. Το ποσό αυτό θα έπρεπε να έχει εκταμιευθεί τον περασμένο Απρίλιο, κάτι το οποίο δεν κατέστη εφικτό
καθώς η ελληνική κυβέρνηση δεν τήρησε τις συμβατικές υποχρεώσεις. Συγκεκριμένα και βάσει της συμφωνίας, τα ληξιπρόθεσμα χρέη εκκαθαρίζονται χρησιμοποιώντας έναν συνδυασμό των ιδίων πόρων της Ελλάδας και των χρημάτων από το πρόγραμμα σε ποσοστό τουλάχιστον 1 ευρώ ιδίων πόρων για κάθε 1 ευρώ που λαμβάνεται από τους πιστωτές της χώρας. Πλέον η κυβέρνηση έχει προθεσμία για την εκταμίευση του 1 δισ. μέχρι τα μέσα Ιουνίου, διαφορετικά το ποσό θα χαθεί. Ο ESM έχει αφήσει ανοικτό το ενδεχόμενο η υποδόση του ενός δισ. ευρώ να εκταμιευθεί όχι στο σύνολό της, αλλά σε δόσεις.
Αγγίζει το ένα έτος ο μέσος χρόνος επιστροφής φόρων
Τα 891 εκατ. ευρώ αγγίζουν οι εκκρεμείς επιστροφές φόρων σε επιχειρήσεις και φυσικά πρόσωπα σύμφωνα με τα στοιχεία της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων. Οπως προκύπτει από τα στοιχεία, από τα 891 εκατ. ευρώ που ανέρχονται οι εκκρεμείς επιστροφές φόρου, για τα 734 εκατ. ευρώ καταγράφεται μεγάλη καθυστέρηση για την απόδοση των χρημάτων στους δικαιούχους. Συγκεκριμένα, 60.000 επιχειρήσεις και φυσικά πρόσωπα περιμένουν την επιστροφή ΦΠΑ για διάστημα μεγαλύτερο των 90 ημερών, ενώ 4.000 επιχειρήσεις περιμένουν μικρότερο χρονικό διάστημα. Το εντυπωσιακό στοιχείο είναι ότι ο μέσος χρόνος επιστροφής των σχετικών ποσών από το Δημόσιο σε μια επιχείρηση είναι 357 ημέρες. Δηλαδή, ένας ολόκληρος χρόνος! Φανταστείτε, λοιπόν, μία επιχείρηση που έχει αιτηθεί επιστροφή ΦΠΑ 100.000 ευρώ και το Δημόσιο της χρωστά για τις παρεχόμενες υπηρεσίες για παράδειγμα προς ένα νοσοκομείο 150.000 ευρώ. Δηλαδή, το σύνολο της οφειλής ανέρχεται στις 250.000. Τον ΦΠΑ θα τον λάβει στην καλύτερη περίπτωση σε 357 ημέρες πίσω, ενώ το νοσοκομείο θα ξεπληρώσει την οφειλή του σε περίπου έξι μήνες. Στο διάστημα αυτό η επιχείρηση θα πρέπει να πληρώσει φόρο εισοδήματος, ενδεχομένως ΕΝΦΙΑ, φόρο μισθωτών υπηρεσιών, τις ασφαλιστικές εισφορές καθώς και τα λειτουργικά της έξοδα (ΔΕΚΟ και μισθούς). Το πιθανότερο είναι αυτή η επιχείρηση να καθυστερήσει να πληρώσει τους εργαζομένους, να καθυστερήσει την πληρωμή του φόρου εισοδήματος και εντέλει να καταλήξει να είναι ληξιπρόθεσμος οφειλέτης του ελληνικού Δημοσίου. Το επόμενο βήμα είναι η επιχείρηση αυτή να καταστεί προβληματική και να ενταχθεί στη ρύθμιση των 12 δόσεων για την αποπληρωμή χρεών προς το Δημόσιο.
Ενα δεύτερο εντυπωσιακό στοιχείο είναι ότι η κυβέρνηση δεν έχει καταφέρει να συμψηφίσει οφειλές προς την εφορία με επιστροφές φόρων γενικώς. Δηλαδή, μία επιχείρηση που έχει επιστροφή ΦΠΑ θα μπορούσε να μην πληρώσει φόρο εισοδήματος ή τις ασφαλιστικές εισφορές. Από την επεξεργασία των στοιχείων προκύπτουν τα εξής στοιχεία:
• Συνολικά εκκρεμούν 64.000 αιτήσεις
επιστροφής ΦΠΑ. Δηλαδή δεν έχουν εξεταστεί από τις εφορίες.
• Το ποσό των απλήρωτων αιτήσεων ανέρχεται στα 891 εκατ. ευρώ.
• 60.000 επιχειρήσεις περιμένουν περισσότερες από 90 ημέρες για να τους πιστωθεί ο ΦΠΑ, ο οποίος ανέρχεται στα 734 εκατ. ευρώ
• Οι μεγαλύτερες καθυστερήσεις καταγράφονται στο Κέντρο Ελέγχου Μεγάλων Επιχειρήσεων, που ο μέσος χρόνος αναμονής για την επιστροφή του ΦΠΑ φθάνει τις 1.663 ημέρες, ακολουθεί η Α΄ Εφορία Θεσσαλονίκης με μέσο χρόνο επιστροφής τις 1.395 ημέρες και η Εφορία Ψυχικού με μέσο χρόνο επιστροφής τις 1.222 μέρες.