Η ΕΠΟΜΕΝΗ ΜΕΡΑ – 2
Του Σωτήρη ΣΑΛΗ
Η Πράσινη Συμφωνία (Green Deal) της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι ένα πολιτικό κείμενο το οποίο προετοιμάζει στην ουσία την επόμενη μέρα στο εμπόριο τη ναυτιλία τη βιομηχανία και τη γεωργία και αφορά το σχέδιο της Ε.Ε. για αλλαγή ή σκεπτικό της περιβαλλοντικής πολιτικής και της συμμόρφωσης αξιοποιώντας ταυτόχρονα την τεχνολογία. Έτσι θα υπάρξουν σημαντικές αλλαγές οι οποίες θα επηρεάσουν τη γεωργία και τον τρόπο παραγωγής.
Όμως οι αλλαγές αυτές προβλέπεται ότι θα έχουν ΔΥΣΑΡΕΣΤΑ αποτελέσματα για την αγροτική οικονομία. Στο σκεπτικό της Ε.Ε. είναι το 25% της έκτασης που θα καλλιεργείται να είναι βιολογική καλλιέργεια και η χρήση των φυτοπροστατευτικών μέσων θα μειωθεί κατά 50%. Σαν αποτέλεσμα αυτής της κίνησης όμως θα είναι η σημαντική μείωση των ποσοτήτων πολλών // εθνικών // προϊόντων με αποτέλεσμα την κάθετη μείωση της ανταγωνιστικότητας της Ελληνικής παραγωγής, κυρίως στα προϊόντα που εξάγονται, όπως το βαμβάκι και η ελιά.
Μέχρι το 2030 οι χημικές δραστικές ουσίες θα αντικατασταθούν ή θα επανεγκριθούν με άλλα κριτήρια που θα υπολογίζουν τον άνθρωπο και το περιβάλλον. Έτσι πολλά φυτοπροστατευτικά προϊόντα που κυκλοφορούν σήμερα θα σταματήσουν να είναι διαθέσιμα χωρίς να υπολογίζεται ότι αρκετές δραστικές ίσως είναι απαραίτητες και σημαντικές και δεν υπάρχει περίπτωση να αντικατασταθούν από άλλες με συνέπεια να μην μπορεί να αντιμετωπιστεί σοβαρά το πρόβλημα της ανθεκτικότητας. Έτσι σοβαρές μυκητολογικές και βακτηριολογικές προσβολές θα αποτελούν άλυτο πρόβλημα για τις καλλιέργειες ιδιαίτερα αν αποσυρθούν και τα σκευάσματα με βάση το χαλκό. Έτσι θα επηρεαστεί η ποσότητα αλλά και η ποιότητα της παραγωγής, αφού εχθροί όπως τα ακάρεα και οι νηματώδεις δεν θα μπορούν να καταπολεμηθούν.
Πρέπει δε να σημειωθεί ότι η κατάργηση των φυτοπροστατευτικών μέσων δεν συνεπάγεται την κατάργησή τους από τον υπόλοιπο κόσμο και κυρίως από τις χώρες που είναι γεωργικά ανεπτυγμένες. Επομένως είναι αναπόφευκτη η μείωση της ανταγωνιστικότητας των ευρωπαϊκών προϊόντων με μεγαλύτερη μείωση στις μεσογειακές και στις Ελληνικές καλλιέργειες.
Σύμφωνα με μελέτη του ΕΣΥΦ αναμένεται 250% αύξηση κόστους παραγωγής για το βαμβάκι. 50% μείωση παραγωγής για την ελιά με 40% αύξηση του κόστους παραγωγής. 10% απώλεια παραγωγής στο σκληρό σιτάρι και 60% αύξηση κόστους παραγωγής στα ροδάκινα. Ακόμη 300% αύξηση του κόστους παραγωγής για το αμπέλι και 44% μείωση παραγωγής στην υπαίθρια ντομάτα και το αγγούρι, καθώς και 65% απώλεια παραγωγής στα μηλοειδή. Συνολικά για την Ελληνική γεωργία θα υπάρξουν άμεσες απώλειες 1,7 δις ευρώ ή μείωση κατά 15%.
Οι προαναφερθείσες καλλιέργειες αποτελούν τη ραχοκοκαλιά της Ελληνικής παραγωγής και της αγροτικής οικονομίας και συνεισφέρουν σημαντικά στις εξαγωγές. Γι αυτό το λόγο θα πρέπει να ληφθούν μέτρα έτσι ώστε αυτές οι προβλέψεις να μην επαληθευτούν προκειμένου η Ελληνική ύπαιθρος να παραμείνει βιώσιμη και να συνεχίσει να συνεισφέρει στο εθνικό εισόδημα.
Για αυτό το λόγο πρέπει να προκύψει μια μελέτη αποτελεσμάτων που θα αναδεικνύει τις επιπτώσεις από την εφαρμογή της Πράσινης Συμφωνίας και κατάλληλες προτάσεις έτσι ώστε να ισχύσουν τα συμφωνημένα μόνο εάν υπάρχουν προτάσεις για αντικατάσταση των δραστικών ουσιών με αντίστοιχες οι οποίες θα διαφυλάσσουν το σκεπτικό της Πράσινης Συμφωνίας. Και με έναν σημαντικό συντονισμό να παραμείνει η Ελληνική γεωργία ο σημαντικός οικονομικός τομέας που θα υποστηρίξει τη μεταποίηση και τον τουρισμό με υψηλής ποιότητας αγροτικά προϊόντα αλλά και με την απαιτούμενη φροντίδα του περιβάλλοντος.
Τέλος είναι γεγονός ότι πολλές φορές είναι πάρα πολύ δύσκολο να κατανοήσει κανείς το σκεπτικό με το οποίο λαμβάνονται αποφάσεις χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι παράμετροι που υπάρχουν. Η Ε.Ε. επί σειρά 10ετιών χρηματοδοτεί και επιδοτεί σχέδια βελτίωσης και γεωργικών εφαρμογών και αγροτικών εκμεταλλεύσεων και ξαφνικά τώρα ανακαλύπτει τον κίνδυνο της κλιματικής κρίσης και αλλάζει το σκεπτικό. Σε κάθε περίπτωση ο αγροτικός κόσμος παίρνει σαν δεδομένο ότι οι χειρισμοί που απογείωσαν το κόστος καλλιέργειας και εξαφάνισαν το κίνητρο καλλιέργειας οδηγούν την παραγωγή στη χώρα μας σε συνεχώς μειωμένο ενδιαφέρον επένδυσης ή συμμετοχής.
Δημιουργούνται έτσι πολλά ερωτήματα τα οποία εμφανίζουν ένα κλίμα αμφισβήτησης για τις πρακτικές που αναπτύσσονται και σε βάρος της γεωργίας και της διατροφικής αυτάρκειας στην Ε.Ε. Και τελικά με αυτό τον τρόπο αναπτύσσεται περισσότερο ένα σκεπτικό που είναι γνωστό σαν Ευρωσκεπτικισμός.