Δασικές πυρκαγιές στη Μεσόγειο: αιτίες, επιπτώσεις, αναγέννηση δασών
Γράφει η Ιουλία Μπάσλαρη, ερευνήτρια στην ομάδα «Περιβάλλον και Ενέργεια»
Το φαινόμενο
H πυρκαγιά αποτελεί ένα φαινόμενο αναπόφευκτο και αναντίρρητα επικίνδυνο. Πρόκειται για την ανεξέλεγκτη φωτιά που δημιουργείται από τη συνύπαρξη τριών παραγόντων: τον σπινθήρα, την καύσιμη ύλη και το οξυγόνο. Τα τελευταία χρόνια, ωστόσο, είναι γεγονός ότι η συχνότητα, η ένταση και η έκτασή της ως φαινόμενο έχει αυξηθεί ραγδαία και οι πληγείσες περιοχές κάθε άλλο παρά τυχαίες είναι. Η Ευρώπη, και ειδικότερα οι χώρες γύρω από τη Μεσόγειο, βρίσκονται όλο και περισσότερο στο επίκεντρο του καταστροφικού αυτού φαινομένου. Χαρακτηριστικό και πρόσφατο παράδειγμα αποτελεί η φονική πυρκαγιά στο Μάτι Αττικής το καλοκαίρι του 2018, εγείροντας πληθώρα ερωτημάτων και προβληματισμών ως προς τις αιτίες της. Συνεπώς, στη συγκεκριμένη ανάλυση θα γίνει λόγος για τους παράγοντες και τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις μιας πυρκαγιάς, καθώς και για την αναγέννηση των δασών μέσω αυτής.
Αιτίες
Υπάρχουν πολλοί λόγοι για τους οποίους συγκεκριμένες περιοχές είναι ευάλωτες απέναντι στην -πολλές φορές δύσκολα διαχειρίσιμη – εμφάνιση μιας πυρκαγιάς. Καταρχάς, το ανάγλυφο και η εν γένει τοπογραφική διαμόρφωση των δασικών εδαφών μπορούν να οδηγήσουν σε ανεξέλεγκτες φωτιές. Συγκεκριμένα, όσον αφορά το υψόμετρο, οι νοτιότερες περιοχές είναι ξηρότερες από τις βόρειες, καθώς δέχονται περισσότερη ηλιακή ακτινοβολία, με αποτέλεσμα η δασική τους ύλη να καθίσταται περισσότερο εύφλεκτη και επικίνδυνη. Εξίσου καθοριστικά μπορεί να λειτουργήσει η κλίση ενός εδάφους. Η εξάπλωση μιας πυρκαγιάς είναι ταχύτερη και μεγαλύτερη όταν εκείνη βρίσκεται στην άνοδο και όχι στην κάθοδο, αφού η υπερκείμενη δασική ύλη όντας πιο κοντά στις φλόγες δέχεται περισσότερη θερμότητα. Κατά δεύτερον, και σε συνάρτηση με τα προηγούμενα, τα εύφλεκτα δασικά φυτά διαδραματίζουν τον δικό τους καθοριστικό ρόλο. Ενδεικτικά παραδείγματα αποτελούν τα φύλλα και τα χόρτα, οι θάμνοι και τα ποώδη φυτά, οι κορμοί και τα κλαδιά.
Το φαινόμενο εντείνεται όταν προστεθεί ο ανθρώπινος παράγων και οι δραστηριότητές του, όπως η γεωργική ενασχόληση και η καύση ξερών χόρτων. Πέραν αυτών, παρατηρείται ακόμη ελλιπής φύλαξη σε δάση με πυκνή βλάστηση και σε περιοχές με υψηλή ανθρώπινη παρουσία. Η επίταση του προβλήματος συνεχίζεται με την ανεπαρκή διαχείριση των δασών με πυκνή ή εύφλεκτη βλάστηση, δηλαδή με τη μη δημιουργία αντιπυρικών ζωνών, την αμελή φύλαξη και την αδυναμία τεχνητής αραίωσης της βλάστησης. Κρίσιμη συνιστώσα αποτελεί επίσης η ανεξέλεγκτη και αυθαίρετη δόμηση σε δασικές εκτάσεις και περιοχές εκτός σχεδίου πόλεως, κατόπιν εμπρησμού και ελλείψει επαρκούς πολεοδομικού και χωροταξικού σχεδιασμού.
Βαρύνουσας σημασίας έχει αποδειχθεί για την πρόκληση των πυρκαγιών και η κλιματική αλλαγή, στην οποία οφείλεται η αύξηση της θερμοκρασίας και, κατ’ ακολουθίαν, η ξηρασία του εδάφους. Η ξηρή βλάστηση συνιστά τη βασική εύφλεκτη ύλη για το ξέσπασμα μιας πυρκαγιάς συνδυαστικά με τον θερμό αέρα κατά τη θερινή περίοδο, αποτελώντας έτσι τον καθοριστικό παράγοντα κινδύνου. Ακόμη, το εύκρατο κλίμα με τους ήπιους χειμώνες και τα ζεστά και ξηρά καλοκαίρια δημιουργεί τις ιδανικές προϋποθέσεις στη συγκεκριμένη περίπτωση, καθιστώντας ευάλωτες τις χώρες γύρω από την Μεσόγειο, επί το πλείστον στο βόρειο τμήμα αυτής∙ χαρακτηριστικά παραδείγματα η Ισπανία, η Ελλάδα και η Τουρκία. Σε αυτές εντοπίζονται πολύ υψηλές θερμοκρασίες, ξηρό κλίμα και έντονα καιρικά φαινόμενα, με αποτέλεσμα να υφίστανται τις μεγαλύτερες συνέπειες της κλιματικής αλλαγής, η οποία από κοινού με τη γενικότερη περιβαλλοντική ρύπανση και την έντονη βιομηχανική δραστηριότητα δημιουργεί μια επικίνδυνη κατάσταση στη Μεσόγειο.
Περιβαλλοντικές επιπτώσεις
Οι πυρκαγιές μπορούν να πλήξουν με τρόπο ανεπανόρθωτο το περιβάλλον, με συνέπειες άλλοτε άμεσες και ευχερώς αντιληπτές, άλλοτε έμμεσες και μακροπρόθεσμες. Κατά πρώτον, άμεσα επηρεάζεται η ίδια η βλάστηση. Πολλά είδη φυτών και δένδρων, σπάνιων πολλές φορές, απειλούνται με αφανισμό, ενώ είναι ιδιαιτέρως σημαντικός ο ρόλος τους καθώς συνιστούν παράγοντες απελευθέρωσης οξυγόνου και δέσμευσης διοξειδίου του άνθρακα. Η φωτιά επιδρά εξίσου στις φυσικοχημικές ιδιότητες του εδάφους καταστρέφοντας την οργανική του ουσία. Έτσι, μειώνεται μακροπρόθεσμα η παραγωγικότητα του εδάφους και αλλοιώνεται ο οικολογικός χαρακτήρας μιας περιοχής, πρωτίστως όταν οι δασικές πυρκαγιές είναι συχνές και επαναλαμβανόμενες. Εν συνεχεία, η δασική βλάστηση αποτελεί ασπίδα κατά της διάβρωσης. Η προαναφερόμενη καύση, λοιπόν, της οργανικής ουσίας του εδάφους, παράλληλα με την υψηλή θερμοκρασία εξαιτίας της πυρκαγιάς, αλλάζουν την εδαφική δομή και συνοχή. Συνακόλουθα δίχως τη βλάστηση το έδαφος διαβρώνεται και είναι απόλυτα εκτεθειμένο και ευπαθές στα εκάστοτε καιρικά φαινόμενα.
Οι πυρκαγιές επιβαρύνουν,επιπλέον, ουσιωδώς τον ατμοσφαιρικό αέρα λόγω της χημικής σύνθεσης του καπνού που απελευθερώνεται. Βραχυπρόθεσμα αυτό συνεπάγεται τόσο την αύξηση των ποσοτήτων διοξειδίου του άνθρακα και τοξικών σωματιδίων στην ατμόσφαιρα, όσο και μείωση του οξυγόνου και τοπικές αλλαγές στο κλίμα με άμεση επιρροή στα φυτά και τα δάση. Μακροπρόθεσμα συντελεί σε αλλαγές του κλίματος σε διεθνές επίπεδο, καθώς το διοξείδιο του άνθρακα, το υποξείδιο του αζώτου και το μεθάνιο συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου. Γίνεται αμέσως αντιληπτό το γεγονός ότι η κλιματική αλλαγή συναποτελεί αιτία και επακόλουθο ταυτόχρονα των πυρκαγιών, καταδεικνύοντας την καθοριστική συμβολή της.
Όπως σημειώθηκε και ανωτέρω, τα πληγέντα από μια πυρκαγιά εδάφη βρίσκονται ευάλωτα και εκτεθειμένα. Αυτό σημαίνει ειδικότερα, ότι ο εδαφικός ορίζοντας καθίσταται «υδρόφοβος» και το νερό από τις βροχοπτώσεις δεν απορροφάται, αυξάνοντας τις πιθανότητες πλημμύρας. Βαρέα μέταλλα και τόνοι στάχτης συσσωρεύονται από την καύση φυτών και δένδρων, τα οποία μέσω των κατολισθήσεων και βροχοπτώσεων παρασύρονται και εναποτίθενται στα ποτάμια και τις λίμνες. Κατά συνέπεια, ιδιαίτερα αυξημένος είναι ο κίνδυνος μόλυνσης των υδάτων και του πόσιμου νερού, ευτροφισμού και απειλής πολλών ειδών φυτών και ψαριών. Τέλος, δεν αποκλείεται να υφίσταται κίνδυνος για την πανίδα εν γένει, όταν απειλούνται είδη υπό εξαφάνιση ή δεν υπάρχει εύκολος τρόπος διαφυγής στο σημείο εκδήλωσης της πυρκαγιάς.
Αναγέννηση δασών
Κατόπιν τούτων είναι βέβαιο ότι μια πυρκαγιά στο πέρασμά της μπορεί να είναι καταστροφική για το εκάστοτε οικοσύστημα. Η κλιματική αλλαγή, μάλιστα, κάθε άλλο παρά βοηθάει στη δυνατότητα ανάκαμψης του τελευταίου. Η αναγέννηση των καμμένων δασικών εκτάσεων καθίσταται αργή και αβέβαιη, όχι όμως και αδύνατη, καθώς είναι κρίσιμη για την πρόληψη περαιτέρω επιζήμιων συνεπειών.
Κατ’ αρχάς, η αναγέννηση είναι μέρος της ίδιας της φύσης ενός δάσους∙ σε πολλά μέρη του κόσμου, όπως στις σαβάνες, οι φωτιές αποτελούν προϋπόθεση προκειμένου να ανανεωθεί το εκάστοτε οικοσύστημα με φυσικό τρόπο. Ακόμη, αξιοσημείωτη είναι η υψηλή ικανότητα αναγέννησης στα οικοσυστήματα της λεκάνης της Μεσογείου, της Καλιφόρνια, της Χιλής και της Αυστραλίας. Εκεί ξεσπούν μεγάλης έντασης και έκτασης πυρκαγιές. Ωστόσο λόγω του επικρατούντος κλίματος, και συγκεκριμένα λόγω της υγρασίας, επιταχύνεται η «ανάπλαση» αυτή.
Τέλος, η ανθρώπινη παρέμβαση δύναται να επιβοηθήσει το έργο της φύσης σημαντικά, με προγράμματα αποκατάστασης των καμμένων οικοσυστημάτων. Απαιτείται εξειδικευμένο ανθρώπινο δυναμικό που θα σχεδιάσει και θα δώσει τις σωστές κατευθυντήριες γραμμές για τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν. Πρώτα, θα πρέπει να καθοριστούν οι εκτάσεις που χρήζουν φροντίδας, δηλαδή το μέρος και το είδος των φυτών που θα πρέπει να φυτευτούν εξ’ αρχής. Η προσπάθεια οφείλει να περιοριστεί στον εμπλουτισμό των υπό αναγέννηση οικοσυστημάτων με είδη που προϋπήρχαν στην περιοχή, αλλά εκτοπίστηκαν ολικώς ή μερικώς από υπερβόσκηση, συχνές πυρκαγιές και υπερξύλευση. Η αναδάσωση μπορεί να γίνει και με την πολύτιμη βοήθεια εθελοντών, όπως έχει συμβεί πολλές φορές στην Ελλάδα.
Όσον αφορά στον χρόνο που απαιτείται για την επάνοδο στα προ της πυρκαγιάς επίπεδα βιοποικιλότητας, οι απαντήσεις διαφοροποιούνται, λόγω πληθώρας παραγόντων. Όσο πιο πολύπλοκη και ώριμη ήταν η φυτική διάπλαση που υπήρχε πριν τη φωτιά, τόσο πιο πολύ θα αργήσει η επαναφορά της, εν αντιθέσει προς τις περιοχές με χαμηλή βλάστηση. Ενδεικτικά, υπό αυστηρό καθεστώς προστασίας, απαιτούνται δέκα με δεκαπέντε χρόνια για την αναμόρφωση ενός οικοσυστήματος, αλλά μέχρι και μισό αιώνα για την πλήρη επάνοδο στην πρότερη οικολογική ισορροπία. Γενικότερα, η βλάστηση θα επανέλθει σε ένα στάδιο ομοιάζον με το προηγούμενο, εάν δεν επέμβει ο άνθρωπος ή κάποιος άλλος δραστικός παράγοντας, όπως επανειλημμένες πυρκαγιές ή κλιματική αλλαγή.
Συμπεράσματα
Οι πυρκαγιές είναι ένα ακραίο και πολυπαραγοντικό φαινόμενο, το οποίο επηρεάζει ριζικά τα οικοσυστήματα και τους ανθρώπους. Τα δάση και οι χώροι πρασίνου αποτελούν τόσο πηγή οξυγόνου, όσο και δέσμευσης διοξειδίου του άνθρακα, όντας ιδιαιτέρως σημαντικά για ένα υγιές και βιώσιμο περιβάλλον, εξασφαλίζοντας και τις επόμενες γενεές. Φιλοξενούν και αποτελούν καταφύγιο για εκατοντάδες είδη φυτών και ζώων και συνιστούν απαραίτητη προϋπόθεση για την ανάπτυξη της χλωρίδας και της πανίδας. Επίσης, η δασική βλάστηση θωρακίζει το έδαφος από τη διάβρωση και την καταστροφική έκθεση σε ακραία καιρικά φαινόμενα, ενώ παράλληλα αποτρέπει την κλιματική αλλαγή με την απελευθέρωση οξυγόνου και τη δέσμευση διοξειδίου του άνθρακα.
Τέλος, απαιτείται εξαιρετικά μεγάλο χρονικό διάστημα για να ανακάμψει ένα οικοσύστημα στα προηγούμενα επίπεδα βιοποικιλότητας. Συνιστάται η ορθή ενημέρωση και ευαισθητοποίηση του κοινού, με συμμετοχή του στην αναγέννηση των δασών. Επίσης, απαιτείται η καθιέρωση αυστηρής νομοθεσίας για την προστασία και διαχείριση των δασών, με ενίσχυση του προσωπικού των δασαρχείων και συντονισμό των φορέων εν γένει του δημοσίου τομέα, πράγμα δυνάμενο να αποτρέψει περιβαλλοντικές καταστροφές στο μέλλον.