Σαν σήμερα ,στις 25 Σεπτέμβρη 1919 , έγινε η ευρύτατη Πανθεσσαλική Αγροτική Σύσκεψη για την απαλλοτρίωση των μεγάλων τσιφλικιών
Στις 25 Σεπτέμβρη του 1919 οι αγρότες της Θεσσαλίας πραγματοποίησαν στη Λάρισα ευρύτατη Πανθεσσαλική Αγροτική Σύσκεψη, με αφορμή την αδυναμία της κυβέρνησης να εφαρμόσει τα Νομοθετικά Διατάγματα για την απαλλοτρίωση των μεγάλων τσιφλικιών.
Το Αγροτικό Ζήτημα – Η περίπτωση των τσιφλικιών στη Θεσσαλία
Η εξέγερση του Κιλελέρ , τον Μάρτιο του 1910, και τα αιματηρά γεγονότα που ακολούθησαν άνοιξαν τον δρόμο για την τελική επίλυση του αγροτικού ζητήματος της Θεσσαλίας. Επίσης, φαίνεται ότι οδήγησαν την ανερχόμενη ηγεσία των Φιλελευθέρων στη διαπίστωση ότι με το αγροτικό ζήτημα ανοικτό, το εσωτερικό μέτωπο δεν θα ήταν ποτέ αρραγές, αλλά και η απήχηση της Ελλάδας μεταξύ των πληθυσμών της Μακεδονίας, της Θράκης και της Ηπείρου, όπου το αγροτικό ζήτημα ήταν κατά τόπους ιδιαίτερα οξύ, θα δεχόταν σοβαρό πλήγμα.
Το 1911 η κυβέρνηση Βενιζέλου κατάργησε τον νόμο του 1899 «Περί εξώσεως δυστροπούντων ενοικιαστών» και απαγόρευσε τις εξώσεις των κολίγων από τα κτήματα. Επίσης στην αναθεώρηση του Συντάγματος επέβαλε ρυθμίσεις (όπως το άρθρο 17 που προέβλεπε τη δυνατότητα απαλλοτρίωσης ιδιοκτησιών όχι μόνο για λόγους «δημόσιας ανάγκης» αλλά και για λόγους «δημόσιας ωφέλειας», οι οποίες άνοιξαν το δρόμο για την απαλλοτρίωση των τσιφλικιών.Παρόλα αυτά η πορεία προς την διανομή της μεγάλης ιδιοκτησίας στους ακτήμονες ούτε εύκολη ήταν ούτε σύντομη υπήρξε.
Η εμπλοκή της χώρας στους Βαλκανικούς πολέμους και στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, η κατάκτηση των «Νέων Χωρών» και η αποκατάσταση των προσφύγων της Μ. Ασίας κατά την «μακρά» δεκαετία 1912-1922, παραμέρισαν την κρατική ενασχόληση από τα αγροτικά θέματα της Παλαιάς Ελλάδας και έθεσαν το θεσσαλικό ζήτημα σε δεύτερη μοίρα.
Βεβαίως η διαφαινόμενη επικράτηση των Φιλελευθέρων και των οπαδών του “αστικού εκσυγχρονισμού”, δηλαδή του ευρύτατου ρεύματος θεσμικών παρεμβάσεων και αλλαγών που κυριάρχησε την εποχή αυτή στην ελληνική κοινωνία, προδίκαζε και την προώθηση της επίλυσης του ζητήματος των τσιφλικιών. Από την άλλη όμως, οι τσιφλικούχοι δεν φαίνονταν διατεθειμένοι να παραιτηθούν από τις βλέψεις τους.
Είναι χαρακτηριστικό ότι ακόμη και η συνταγματική επιταγή περί απαλλοτρίωσης των κτημάτων δεν ήταν εύκολο να εφαρμοσθεί, γιατί τα μεγάλα γαιοκτητικά συμφέροντα είχαν ισχυρές πολιτικές διασυνδέσεις και επηρέαζαν ακόμη και την κυβέρνηση Βενιζέλου.
Φαίνεται, μάλιστα, ότι παρά την συνεχή επιδείνωση του αγροτικού ζητήματος, οι κυβερνήσεις των Φιλελευθέρων, τουλάχιστον μέχρι την είσοδο της χώρας στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, δεν είχαν διαμορφώσει ένα ολοκληρωμένο πρόγραμμα αγροτικών μεταρρυθμίσεων. Συνέχιζαν απλώς την πολιτική της σταδιακής απαλλοτρίωσης με αποζημιώσεις και μάλιστα με πολύ βραδύ ρυθμό. Είναι ενδεικτικό ότι μεταξύ των ετών 1907-1914, το Δημόσιο αγόρασε και μεταπώλησε το 1/6 του συνόλου των τσιφλικιών σε ακτήμονες καλλιεργητές και πρόσφυγες. Ακόμη και το θέμα των εξώσεων δεν είχε ξεκαθαριστεί κατά τρόπο οριστικό. Εξαίρεση αποτέλεσε η θεσμοθέτηση των αγροτικών συνεταιρισμών με το νόμο 602 του 1914.
Το αποφασιστικό βήμα για την απαλλοτρίωση των τσιφλικιών έγινε με το νόμο 1702 του 1917 από την Κυβέρνηση Εθνικής Άμυνας του Βενιζέλου στη Θεσσαλονίκη και με κύριους εμπνευστές τον Ανδρέα Μιχαλακόπουλο και τον Αλέξανδρο Μυλωνά. Στο νόμο ενσωματώθηκαν και τέσσερα νομοθετικά διατάγματα με τα οποία ρυθμιζόταν νομοθετικά η αναγκαστική απαλλοτρίωση της μεγάλης ιδιοκτησίας σε όλη την ελληνική επικράτεια και άνοιγε ο δρόμος για την διανομή των κτημάτων στους ακτήμονες καλλιεργητές.
Παρότι όμως το θέμα διευθετήθηκε νομικά, στην πράξη η εφαρμογή του καθυστερούσε και αυτό ανάγκασε τους αγρότες της Θεσσαλίας ,στις 25 Σεπτέμβρη του 1919 να συγκαλέσουν Παναγροτική Σύσκεψη στη Λάρισα.
Η ανάγκη περαιτέρω συντονισμού του αγροτικού κόσμου απέναντι στις καθυστερήσεις και την ασυνέπεια της κεντρικής εξουσίας οδήγησαν στην ίδρυση της Πανθεσσαλικής Αγροτικής Ένωσης. Πρόεδρός της εξελέγη ο αγρότης Γ. Οικονομίδης από το Βελεστίνο, ουσιαστικός εμψυχωτής της όμως ήταν ο δημοσιογράφος και εκδότης της εφημερίδας του Βόλου Ταχυδρόμος, Αλέξανδρος Μέρος.
Οι φόβοι της Πανθεσσαλικής Αγροτικής Ένωσης επαληθεύτηκαν με την πολιτική μεταβολή του Νοεμβρίου 1920 και την ανατροπή της κυβέρνησης των Φιλελευθέρων.
Τότε η αγροτική μεταρρύθμιση διακόπηκε και ανακλήθηκαν 150 διατάγματα απαλλοτρίωσης.Επίσης, μερικούς μήνες αργότερα εξαιτίας των ισχυρών πιέσεων των γαιοκτημόνων, ο πρωθυπουργός Δ.Γούναρης υποχρεώθηκε να αποσύρει από τη Βουλή σχέδιο νόμου που προέβλεπε τη συνέχιση των απαλλοτριώσεων, γεγονός που προκάλεσε οργή και ταραχές στη Θεσσαλία, για την αντιμετώπιση των οποίων χρειάστηκε να μεταβεί επιτόπου μονάδα στρατού.
Το 1922 νέο σχέδιο νόμου της κυβέρνησης Γούναρη για το αγροτικό ζήτημα εισήχθη στη Βουλή για συζήτηση από τον υπουργό Γεωργίας Κ. Τερτίπη. Το νέο νομοσχέδιο συνάντησε την έντονη αντίδραση του αγροτικού κόσμου και την κινητοποίηση της Πανθεσσαλικής Αγροτικής Ένωσης, που με συνεχή ψηφίσματα κατά το πρώτο εξάμηνο του 1922 καταφερόταν «κατά της ενεργούμενης αναβολής ή παρελκύσεως της λύσεως του αγροτικού ζητήματος, της ανατροπής και καταπατήσεως κεκτημένων των αγροτών δικαιωμάτων, κατά της κατόπιν εντολής του Υπουργείου επανόδου τσιφλικούχων εις οργώματα εκδικασθέντων τσιφλικιών, των εξώσεων, κ.τ.λ.».Παρά την αντίδραση των Θεσσαλών αγροτών και της Πανθεσσαλικής Αγροτικής Ένωσης, το νομοσχέδιο ψηφίστηκε ως Νόμος 2922 του 1922 διακόπτοντας τη μεταρρυθμιστική πορεία στο χώρο της αγροτικής οικονομίας.
Τελικά ότι δεν μπόρεσαν να επιτύχουν οι κινητοποιήσεις του αγροτικού κόσμου επιτεύχθηκε τελικά λόγω των Μικρασιατικών γεγονότων, της Καταστροφής και της Επανάστασης του 1922.
Η ανάγκη άμεσης αγροτικής αποκατάστασης εκατοντάδων χιλιάδων προσφύγων ώθησε την Επαναστατική Κυβέρνηση του Νικ. Πλαστήρα (με υπουργό Γεωργίας τον Γ. Σίδερη), στην έκδοση του Νομοθετικού Διατάγματος της 15ης Φεβρουαρίου 1923 «Περί αποκαταστάσεως ακτημόνων καλλιεργητών». Με το Διάταγμα αυτό θεσπίστηκε η αναγκαστική απαλλοτρίωση ιδιωτικών κτημάτων και η παραχώρηση δημόσιων, δημοτικών και κοινοτικών
κτημάτων για γεωργική αποκατάσταση επίμορτων καλλιεργητών και προσφύγων, ορίζοντας μάλιστα την άμεση εγκατάσταση των ακτημόνων στα κτήματα που απαλλοτριώθηκαν, πριν ακόμη την καταβολή της αποζημίωσης στους ιδιοκτήτες, η οποία καθοριζόταν με βάση την προπολεμική αξία των κτημάτων.
Το επαναστατικό αυτό Νομοθετικό Διάταγμα ήρθε να συμπληρώσει τον νόμο 1702/1917 της κυβέρνησης Βενιζέλου και να ολοκληρώσει την αγροτική μεταρρύθμιση στη χώρα, επιλύοντας ταυτόχρονα και το αγροτικό ζήτημα της Θεσσαλίας 42 χρόνια μετά τη δημιουργία του.